Η δημιουργια της Οικονομετρίας (Econometrics) ως αυτόνομου γνωστικού κλάδου της οικονομικής επιστήμης, συνέβαλε αποφασιστικά στην πρόοδο της οικονομικής μεθοδολογίας. Μετά το 1930 μία ομάδα αξιόλογων ερευνητών μεταξύ των οποίων οι Ragnar Frisch (1895- 1973), Jan Tinbergen (1903-1994) και Trygre Haavelmo (1911-1999), έθεσαν τα θεμέλια του συγχρόνου οικονομετρικού λογισμού. Το 1969, πρώτο έτος καθιέρωσης των Νόμπελ Οικονομικής Επιστήμης, η Σουηδική ακαδημία απένειμε το Νόμπελ στους Frisch και Tinbergen, για τη συμβολή τους στην εμπέδωση της οικονομετρικής μεθοδολογίας. Αργότερα και πιο συγκεκριμένα το 1989, το Νόμπελ Οικονομικής Επιστήμης απονεμήθηκε και στον Haavelmo.
Ο ερευνητής των οικονομικών και των κοινωνικών φαινομένων, με την υιοθέτηση των κατάλληλων οικονομετρικών τεχνικών προβαίνει στην εκτίμηση διαφόρων μεταβλητών, ελέγχει το βαθμό στατιστικής σημαντικότητας του εκτιμηθέντος υποδείγματος και πραγματοποιεί προβλέψεις αναφορικά με τη μελλοντική εξέλιξη καίριων οικονομικών μεταβλητών. Η παραγωγή ποικιλόμορφων ποσοτικών και ποιοτικών πρωτογενών στοιχείων, από διάφορες εγχώριες και διεθνείς στατιστικές πηγές, σε συνδυασμό με τη θεαματική εξέλιξη της οικονομικής μεθοδολογίας, έχουν συντελέσει στην προαγωγή της αποτελεσματικότητας της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής και στην επίτευξη του στόχου οι χώρες να αναπτύσσονται σε συνθήκες μακροοικονομικής σταθερότητας.Ένα συμπέρασμα το οποίο αντλείται από την ανωτέρω ανάλυση, είναι ότι το 1929 η οικονομική επιστήμη δεν διέθετε στη φαρέτρα της, τα δέοντα εργαλεία για την καταπολέμηση της επερχόμενης διεθνούς οικονομικής συμφοράς. Στα πανεπιστήμια και γενικότερα στους ακαδημαϊκούς κύκλους, η οικονομική σκέψη πρέσβευε το δόγμα της Κλασικής Σχολής περί οικονομικού φιλελευθερισμού, βάσει του οποίου οι ελεύθερες επιλογές των ατόμων και των επιχειρήσεων υπό συνθήκες ελάχιστου κρατικού παρεμβατισμού, συντελούν στην επίτευξη συνθηκών γενικής οικονομικής ισορροπίας. Άλλωστε, η επινόηση του Adam Smith (1723-1790) περί αόρατου χεριού (invisible hand) ήταν απόρροια του δόγματος του οικονομικού φιλελευθερισμού και την είχαν αποδεχθεί όλες οι Σχολές Οικονομικής Σκέψης. Ως γνωστόν, η έννοια του αόρατου χεριού υποδηλώνει ότι το οικονομικό σύστημα, από μία κατάσταση αστάθειας εισέρχεται σύντομα σε μία νέα κατάσταση ευστάθειας, γιατί οι επιμέρους αγορές που το συγκροτούν έχουν τη δυνατότητα της αυτορρύθμισης και γι’ αυτό η οικονομία λειτουργεί μόνιμα σε συνθήκες μακροχρόνιας ισορροπίας. Το δόγμα του φιλελευθερισμού και η άποψη του Adam Smith περί αόρατου χεριού, είχαν γίνει αποδεκτά από τους διαπρεπέστερους οικονομολόγους της δεκαετίας του 1920, όπως ήταν οι Irving Fisher, Arthur Pigou (1877-1959), John B. Clark (1847-1938), Wesley C. Mitchell(1874-1948), Henry L. Moore (1869-1958), Joseph Shumpeter (1883-1950), Edwin Seligman (1861-1939), Arthur Spiethoff (1873-1957), Dennis Robertson (1860-1953), Albert Aftalion (1874-1956), Arthur Bowley (1869-1957), Gustav Cassel (1866-1945), John M. Clark (1884-1963), John Commons (1862-1945), κ.ά. Οι οικονομολόγοι αυτοί υπήρξαν διακεκριμένα στελέχη διαφόρων Σχολών της οικονομικής επιστήμης, με μεγάλη επιρροή στην εφαρμογή της οικονομικής πολιτικής στις ΗΠΑ, τη Μ. Βρετανία, τη Γερμανία και σε άλλες χώρες. Με την εξαίρεση μερικών συγγραφέων, ιδίως οπαδών της Μαρξιστικής Σχολής, κανένας από τους μεγάλους οικονομολόγους της περιόδου 1920-1929, δεν κατάφερε όχι μόνο να προβλέψει το κραχ του 1929, αλλά και να προτείνει τα απαιτούμενα μέτρα οικονομικής πολιτικής για την αντιμετώπιση της επερχόμενης κρίσης. Από μεθοδολογικής άποψης και πιο συγκεκριμένα αναφορικά με τη διαδικασία άσκησης της οικονομικής πολιτικής, η Νεοκλασική, η Αυστριακή, η Θεσμική και άλλες Σχολές Οικονομικής Σκέψης, δεν είχαν διαμορφώσει το ανάλογο εμπειρικό υπόβαθρο και δεν διέθεταν τα δέοντα όπλα μακροοικονομικής πολιτικής, ώστε να ελέγξουν τα δεινά της κρίσης και να ελαχιστοποιήσουν το κόστος των αρνητικών συνεπειών της στη λειτουργία του οικονομικού συστήματος.
Αν εξαιρεθεί το έργο ορισμένων συγγραφέων σχετικό με τα αίτια των οικονομικών διακυμάνσεων και οι ενδιαφέρουσες θεωρητικές απόψεις των Knut Wicksell (1851-1926), Thorstein Veblen (1857-1929), Irving Fisher, John Hobson (1858-1940) κ.ά., που επηρέασαν το σκεπτικό του Keynes κατά τη συγγραφή του μνημειώδους βιβλίου του “The General Theory of Employment, Interest, and Money” (1936), το 1929 δεν υπήρχαν κατασταλαγμένες θέσεις, που να αφορούσαν μέτρα μακροοικονομικής πολιτικής για την αποτελεσματική αντιμετώπιση εκτεταμένων οικονομικών κρίσεων.