Σε συνέντευξή του με τον Τζόσουα Λίπσκι του Atlantic Council κατά τη διάρκεια της Εαρινής Συνόδου του ΔΝΤ, ο Υπουργός Οικονομίας Κυριάκος Πιερρακάκης ανέφερε την εντυπωσιακή πορεία της Ελλάδας από την κορύφωση της κρίσης χρέους της Ευρωζώνης μέχρι σήμερα, όπου η χώρα έχει εξελιχθεί σε ένα παράδειγμα οικονομικής ανάκαμψης και προόδου.
Σύμφωνα με τον κ. Πιερρακάκη, οι οικονομικοί δείκτες είναι ενθαρρυντικοί, με την Ελλάδα να καταγράφει πρωτογενές πλεόνασμα 4,8% και δημοσιονομικό πλεόνασμα 1,3%, ενώ η ανάπτυξη φτάνει το 2,3%, περισσότερο από το διπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Το δημόσιο χρέος έχει μειωθεί κατά 60 ποσοστιαίες μονάδες, και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, που κάποτε ανέρχονταν στο 40% των τραπεζικών χαρτοφυλακίων, τώρα είναι κάτω από το 5%.
Απαντώντας στην ερώτηση του κ. Λίπσκι για το πώς επιτεύχθηκαν αυτά τα αποτελέσματα, ο Υπουργός ανέφερε ότι πρόκειται για έναν συνδυασμό δημοσιονομικής πειθαρχίας, διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και της ανθεκτικότητας του ελληνικού λαού. Όπως τόνισε, όλα αυτά επιτεύχθηκαν ύστερα από μια δεκαετία δύσκολων μεταρρυθμίσεων και μέτρων λιτότητας. Από το 2019 και έπειτα, με την εκλογή του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, μια νέα φάση στοχευμένων μεταρρυθμίσεων έχει ανοίξει το δρόμο για την ανάπτυξη.
Ο κ. Πιερρακάκης εξήγησε ότι η στρατηγική της κυβέρνησης στηρίζεται σε διπλή προσέγγιση: την ανάπτυξη νέων τομέων και την εξάλειψη των γραφειοκρατικών εμποδίων. Η Ελλάδα έχει αναγνωρίσει τα εσωτερικά διοικητικά εμπόδια που παρεμποδίζουν τις επενδύσεις και εργάζεται για την άρση τους. Παρά την θετική εικόνα της οικονομίας, ο Υπουργός παραδέχτηκε ότι ο πληθωρισμός είναι ελαφρώς υψηλότερος από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, κυρίως λόγω της εξάρτησης από τις υπηρεσίες και του ταχύτερου ρυθμού ανάπτυξης. Ωστόσο, σημείωσε ότι ο πληθωρισμός έχει μειωθεί αισθητά από τα υψηλά επίπεδα που είχε φτάσει και ότι οι πραγματικοί μισθοί έχουν αυξηθεί κατά 11% από το 2019, ξεπερνώντας τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Η κυβέρνηση έχει επίσης προχωρήσει σε αύξηση του κατώτατου μισθού και εργάζεται για την αντιμετώπιση της αύξησης των ενοικίων στην Αθήνα με μια σειρά βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων μέτρων. Σε διεθνές επίπεδο, η Ελλάδα προβάλλει την εικόνα της ως μια περιφερειακή ασφαλή ζώνη σε έναν όλο και πιο αβέβαιο κόσμο. Ο Υπουργός τόνισε ότι αυτή η σταθερότητα βασίζεται σε μια νέα νοοτροπία: η δημοσιονομική σύνεση δεν είναι μόνο πολιτική, αλλά και τρόπος σκέψης.
Στις συνεδριάσεις του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, η ελληνική αντιπροσωπεία επεσήμανε τη σημασία της χώρας όχι μόνο ως παράδειγμα ανάκαμψης αλλά και ως σημαντικού παράγοντα στο μέλλον της ευρωπαϊκής οικονομίας. Με τις διατλαντικές εντάσεις να κλιμακώνονται, οι στόχοι της Ελλάδας περιλαμβάνουν την επίτευξη συμφωνίας για ένα πλαίσιο δασμών μεταξύ συμμάχων, βασισμένο στον διάλογο και τα κοινά οφέλη. Αν και οι άμεσες επιπτώσεις των αμερικανικών δασμών στην ελληνική εξαγωγική οικονομία είναι περιορισμένες, ο κ. Πιερρακάκης αναγνώρισε τους δευτερογενείς κινδύνους, όπως η παγκόσμια επιβράδυνση.
Όσον αφορά την Κίνα, ο Υπουργός δήλωσε ότι η Ελλάδα είναι ανοικτή σε επενδύσεις, αλλά πάντα στο πλαίσιο στρατηγικών προτεραιοτήτων, με τη στρατηγική σχέση με τις ΗΠΑ να είναι υψίστης σημασίας. Η κυβέρνηση εξετάζει επίσης τη σύσφιξη των σχέσεων με νέες αγορές, όπως η Ινδία και η Μέση Ανατολή, ενώ παράλληλα προωθεί την ενοποίηση εντός της ΕΕ. Οι εκθέσεις των Mario Draghi και Enrico Letta επισήμαναν τη συνεχιζόμενη κατακερματισμένη κατάσταση στην εσωτερική ευρωπαϊκή αγορά. Για την Ελλάδα, η εξάλειψη των εσωτερικών φραγμών είναι κρίσιμη για την αποτελεσματικότητα και την ανάπτυξη.
Όταν ρωτήθηκε για το Ψηφιακό Ευρώ, ο κ. Πιερρακάκης υπογράμμισε ότι η Ελλάδα το στηρίζει. Με την εισαγωγή νόμων που καθιστούν υποχρεωτικές τις ψηφιακές πληρωμές, η κυβέρνηση θεωρεί την ψηφιοποίηση θεμέλιο της οικονομικής μεταρρύθμισης και της βελτίωσης της διακυβέρνησης. «Το μήνυμα είναι απλό», κατέληξε ο Υπουργός. «Η Ελλάδα έχει επιστρέψει. Είμαστε σταθεροί, προχωράμε σε μεταρρυθμίσεις και είμαστε ανοιχτοί στις επενδύσεις. Αυτή δεν είναι απλώς μια ιστορία ανάκαμψης, αλλά ένα σχέδιο για το τι μπορεί να επιτευχθεί με συνεχή μεταρρύθμιση, ακόμα και σε δύσκολους καιρούς».