Ενας από τους μύθους που συνοδεύουν τον Ανδρέα Παπανδρέου είναι πως, στην προσπάθειά του να γίνει αρεστός στα λαϊκά στρώματα, δε δίστασε να υποθηκεύσει το μέλλον της οικονομίας, καταφεύγοντας σε δανεικά.
Ο άσπονδος αντίπαλός του, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, προχωρούσε ένα βήμα περισσότερο. Ισχυριζόταν ότι δεν ήταν πολύ κακός οικονομολόγος, ή τουλάχιστον απέτυχε, ως υπουργός ή ως πρωθυπουργός, στη διαχείριση των οικονομικών και δημοσιονομικών.
Ακούγεται και λίγο σαν λεπτή ειρωνεία, να λέγεται αυτό για έναν άνθρωπο που οι οικονομικές του αντιλήψεις και αναλύσεις μνημονεύονται μέχρι σήμερα, από τους κορυφαίους της οικονομικής επιστήμης.
Είναι άλλης τάξεως αν και κατά πόσο ήταν σωστές οι οικονομικές πολιτικές που άσκησε ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ, ως πρωθυπουργός, γιατί εκεί μπορεί να κριθεί.
Είναι αλήθεια, ότι στον πρώτο χρόνο της «κυβέρνησης της Αλλαγής», η εισοδηματική κυρίως πολιτική, ήταν αρκούντως επεκτατική και γενναιόδωρη, όπως είναι αλήθεια ότι, ειδικά στην πρώτη οκταετία διακυβέρνησης της χώρας από το ΠΑΣΟΚ, υπήρξε μια γενικότερη άνοδος του εισοδήματος των «μη προνομιούχων», δηλαδή τόσο το αστικό, όσο και το αγροτικό, όπως και ότι υπήρξε μια σημαντική ανακατανομή πλούτου υπέρ των ασθενέστερων.
Αυτή η αδήριτη πραγματικότητα, που συνομολογείται από τους πάντες, δεν καταλαβαίνουμε γιατί θα πρέπει να θεωρείται αρνητικό. Γιατί, γενικώς, στο όνομα μιας μονοδιάστατης, καλβινιστικής προσέγγισης, θα πρέπει να πένονται οι πολίτες ή να αντιμετωπίζονται ως νούμερα στατιστικών και δημοσιονομικών στόχων.
Η διαστροφή αυτή αποτελεί βέβαια σημείο των καιρών, όχι μόνο ως συνέπεια της οικονομικής κρίσης, αλλά και της επικράτησης ενός ακραίου νεοφιλελεύθερου μοντέλου.
Τότε, στη δεκαετία του ‘80, αλλά και πριν, στη δεκαετία του ‘70, τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Ηταν άλλες οι προτεραιότητες, άλλος ο τρόπος σκέψης και προσέγγισης των πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών φαινομένων, ως μιας ενότητας, όπου το ένα προϋπέθετε και συνυφαινόταν με το άλλο.
Στο πλαίσιο αυτό, ο δανεισμός αποτελούσε και εξακολουθεί να αποτελεί μια εκ των ουκ άνευ πηγή εσόδων για το κράτος. Χρήζει δε μιας πιο εξειδικευμένης μελέτης, η πορεία του δανειακού προγράμματος μιας χώρας, σε συνάρτηση βέβαια και με τους όρους σύναψης δανείων, από τα κράτη, σε διεθνή κλίμακα.
Η δεκαετία του ‘80, ειδικά, συνέπεσε με τη μετάβαση από τον εσωτερικό δανεισμό, όπου οι κρατικοί προϋπολογισμοί ενισχύονταν από εγχώριους φορείς, κυρίως δε από το εγχώριο, υπό δημόσιο έλεγχο, πιστωτικό σύστημα, σε δανειοδοτικά σχήματα, υπερεθνικού χαρακτήρα, που εξελίχθηκαν σε μηχανισμούς ισχύος, υπέρτερους και των αυτών των κρατών, με ακραία κερδοσκοπική και τοκογλυφική συμπεριφορά.
Εν πάση περιπτώσει, τότε το κλίμα ήταν διαφορετικό, με μια οικονομία σε «υπερθέρμανση»…