Ομόφωνα ένοχος κρίθηκε από το Μικτό Ορκωτό Εφετείο στα Χανιά ο κατηγορούμενος για την ανθρωποκτονία και βιασμό της Σούζαν Ίτον.
Σύμφωνα με πληροφορίες, από την πλευρά της υπεράσπισης ζητήθηκε η αναγνώριση ελαφρυντικών για καλή διαγωγή καθ’ όλη την περίοδο της κράτησής του, καθώς και λόγω προηγούμενου λευκού ποινικού μητρώου.
Το δικαστήριο απέρριψε τα ελαφρυντικά και ως προς τις ποινές, αποφάσισε ομόφωνα ποινή ισόβιας κάθειρξης για ανθρωποκτονία από πρόθεση. Για τον βιασμό αποφάσισε κατά πλειοψηφία ποινή 13 ετών και για την παράνομη οπλοκατοχή ομόφωνα ποινή 3 μηνών.
Χανιά: Καταπέλτης ο εισαγγελέας για τον 32χρονο
Νωρίτερα είχε προτείνει την ενοχή του 32χρονου και ο εισαγγελέας, ο οποίος ανέφερε ότι «ο κατηγορούμενος, έχοντας πλήρη συνείδηση των πεπραγμένων για να ικανοποιήσει την γενετήσιες ορμές του, επέλεξε και τέλεσε με πλήρη νηφαλιότητα την ανθρωποκτονία και τον βιασμό χωρίς καμία αμφιβολία. Με αυτές τις σκέψεις η παθούσα είχε την ατυχία να βρεθεί στον δρόμο του κατηγορουμένου και να βρει έναν μαρτυρικό θάνατο και θεωρώ ότι πρέπει να τον κηρύξετε ένοχο».
Στις προτάσεις του ο εισαγγελέας σημείωσε ότι ο κατηγορούμενος ποτέ δεν προέβαλε κάποιον ισχυρισμό άρσης καταλογισμού. Παρουσιάζεται, όπως υποστήριξε, ως μια ιδιαίτερη προσωπικότητα που ασχολείται με την μαγεία και τις πολεμικές τέχνες.
Στη συνέχεια ανέφερε ότι «η ομολογία του (του 32χρονου) και όσα είπε στον ανακριτή και κατά την προανάκριση ταυτίζονται με ευρήματα που εντοπίστηκαν αργότερα στη σορό της Ίτον. Ο κατηγορούμενος στις καταθέσεις του προχωρά σε εξαντλητικές περιγραφές και κανένας δεν θα μπορούσε να τον εξαναγκάσει, όπως ισχυρίζεται, να τα πει όλα αυτά. Τα περιγράφει, γιατί ο ίδιος τα έχει βιώσει απόλυτα. Ο κατηγορούμενος όψιμα αρνείται τον βιασμό».
Ο εισαγγελέας της έδρας περιέγραψε όσα εκτυλίχθηκαν στις 2 Ιουλίου και επεσήμανε ότι κατά τη γνώμη του «ο θάνατος της Σούζαν Ίτον επήλθε μετά την κατάρριψη της από ύψος σχεδόν 7 μέτρων στο σπήλαιο».
Χανιά: Η απολογία του κατηγορούμενου
Νωρίτερα, στην απολογία του, ο κατηγορούμενος έκανε λόγο για ένα τραγικό τροχαίο ατύχημα, ενώ αρνήθηκε την πράξη του βιασμού που του αποδίδεται. Παράλληλα, ισχυρίστηκε ότι είχε εξαναγκαστεί να ομολογήσει την πράξη του βιασμού προανακριτικά και στον ανακριτή.
Ο κατηγορούμενος συνέχισε την απολογία του, περιγράφοντας όσα έγιναν εκείνη την ημέρα. Όπως ανέφερε: «Είχα πάει για να μαζέψω ξύλα στον Ταυρωνίτη εκείνη την ημέρα. Το κινητό μου δεν είχε μπαταρία και το άφησα στο σπίτι. Είχε πολύ ζέστη και κουράστηκα και πήγα βόλτα με το αμάξι. Πηγαίνοντας προς τα Αφράτα, την είδα να τρέχει στην άκρη του δρόμου αριστερά. Δεν την γνώριζα.
«Έτρεχα με το αμάξι, γιατί θεώρησα ότι δεν υπήρχε κανείς άλλος στον δρόμο. Τότε, στη στροφή του δρόμου είδα την Σούζαν να τρέχει και πήγε να περάσει μάλλον στην άλλη πλευρά του δρόμου, δεν κοίταξε, δεν πρόλαβα να αντιδράσω, έκανα ελιγμό δεξιά να την αποφύγω και τη χτύπησα με την πλευρά του οδηγού στα γόνατα. Το αμάξι την πήρε από κάτω και εγκλωβίστηκε. Σταμάτησα, κατέβηκα από το αμάξι και την είδα που δεν μίλαγε, μόνο έτρεμε. Τότε έκανα όπισθεν για να την απεγκλωβίσω. Κατέβηκα να δω αν ζει, αν αναπνέει, ανέπνεε».
Στην συνέχεια ο κατηγορούμενος συνέχισε, περιγράφοντας όσα ακολούθησαν. Συγκεκριμένα τόνισε: «Το πρώτο που σκέφτηκα, είναι να την πάω Αστυνομία ή νοσοκομείο. Τελευταία στιγμή την είδα και σκέφτηκα ότι αν τύχει να πεθάνει πριν την πάω, δεν θα προλάβω να ξαναπάω σπίτι και να δω ξανά τα παιδιά μου. Σκέφτηκα επειδή γνώριζα πολύ καλά το σημείο αυτό, να την πετάξω εκεί, ώστε να καθυστερήσω λίγο για να προλάβω να ζήσω λίγο με την οικογένειά μου».
«Πήρα ένα κάλυμμα ομπρέλας, το έβαλα στον πορτμπαγκάζ και την έβαλα εκεί. Το σκέφτηκα πριν την πετάξω ότι είναι λάθος, αλλά η άλλη σκέψη, να περάσω λίγο χρόνο με την οικογένειά μου, με κυρίευσε. Την έσυρα από τα πόδια και την άφησα να πέσει κάτω μέσα στη σπηλιά. Μετά έκατσα αρκετή ώρα στο αμάξι και σκεφτόμουν πώς θα το διαχειριστώ. Πέταξα και το ύφασμα της ομπρέλας».
«Το πορτμ παγκάζ λερώθηκε και αυτό με αίματα. Πήγα κατευθείαν στον Ταυρωνίτη για να πάρω τα ξύλα που είχα αφήσει, για να πάω σπίτι. Πριν πάω στον Ταυρωνίτη για τα ξύλα, είχα πάει στο Mαλεμε στο νεκροταφείο και όσο μπορούσα έπλυνα το αμάξι μέσα έξω για να μη μυρίζει αίμα. Δεν μπορούσα να σκεφτώ καθαρά».