Κάτι οι εκλογές που «μυρίζουν», κάτι το γεγονός ότι η πανδημία
έχει κοπάσει, εδώ και μέρες η πολιτική ηγεσία του υπουργείου
Υγείας περιγράφει την άρση μέτρων που είχαν ισχύσει τον καιρό
της υποχρεωτικότητας για τον εμβολιασμό.
Ήδη, ο υπουργός Υγείας, Θάνος Πλεύρης, έχει ανακοινώσει τη
διαγραφή των προστίμων που είχαν επιβληθεί σε ανεμβολίαστους
άνω των 60 ετών, οι οποίοι, ως γνωστόν, πλήρωναν 100 ευρώ τον
μήνα για κάθε μήνα που παρέμεναν απροστάτευτοι.
Παραλλήλως, όλα τα μέλη της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου
Υγείας, αλλά και κεντρικά η κυβέρνηση, αφήνουν ορθάνοιχτο το
ενδεχόμενο να επιστρέψουν στις δουλειές τους οι υγειονομικοί που
είχαν αρνηθεί να εμβολιαστούν και οι οποίοι τελούν σε αναστολή
εδώ και πολλούς μήνες, με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό για τη ζωή
τους και την οικονομική τους κατάσταση.
Οι δύο κατηγορίες πολιτών προφανώς και είναι διαφορετικές και η
συζήτηση για το πώς εφαρμόστηκε η «υποχρεωτικότητα» δεν
μπορεί να γίνει με τους ίδιους όρους. Ωστόσο, πριν καν μπει κανείς
στην ουσία της κουβέντας, οι, σαφούς προεκλογικής στόχευσης,
αποφάσεις της κυβέρνησης –γιατί εδώ δεν μιλάμε για αποφάσεις
του υπουργού Υγείας, αλλά κεντρικά του Μεγάρου Μαξίμου…-
ανοίγουν ένα πολύ επικίνδυνο μονοπάτι: ένα μονοπάτι που
υπονομεύει την ίδια την αξιοπιστία του κράτους στα μάτια των
πολιτών του. Με άλλα λόγια, ο τρόπος που θα γίνει ό,τι γίνει, αλλά
και η επιχειρηματολογία με την οποία θα «ντυθεί», επ’ ουδενί θα
πρέπει να οδηγούν τους πολίτες σε μία λογική «έλα μωρέ, και να
υποστώ τώρα κάποιες κυρώσεις, θα μου τις χαρίσουν αργότερα».
Αυτό, δηλαδή, είναι θέμα αξιοπιστίας του κράτους και δεν αφορά
την ουσία της υπόθεσης. Με άλλα λόγια, ο υποφαινόμενος ούτε
υπέρ του «κατοστάρικου» σε βάρος των άνω των 60
ανεμβολίαστων πολιτών ήταν, ούτε θεωρεί ότι η αναστολή των
υγειονομικών που τελούν ανεμβολίαστοι πρέπει να συνεχιστεί επ’
άπειρον. Όμως, όλοι πρέπει να ξέρουν πως όταν η Πολιτεία
νομοθετεί κάτι, το τηρεί. Γιατί αλλιώς, θα το βρει μπροστά της.