Tης Αγγελικής Αδαμοπούλου από την Κυριακάτικη Kontranews
Ας συμφωνήσουμε στο εξής: η πρόληψη της σεξουαλικής κακοποίησης των ανηλίκων που εσχάτως συγκλονίζει την χώρα μας δεν αντιμετωπίζεται με επικοινωνιακά φληναφήματα και ευχολόγια, αλλά με συγκεκριμένα, στοχευμένα και αποδοτικά μέτρα.
Τις περισσότερες φορές οι κακοποιητές παιδιών είναι άνθρωποι του λεγόμενου άμεσου περιβάλλοντος των ανηλίκων, κι εκεί ακριβώς οφείλει να στοχεύει η πρόληψη: στο σπίτι, στο σχολείο, στις αθλοπαιδιές, στις καθημερινές συναναστροφές. Είναι αδήριτη η ανάγκη για βαθιές θεσμικές και οργανωτικές τομές στα πρότυπα των προηγμένων κρατών της Δύσης: όποιος -έστω και εθελοντικάεπιθυμεί να παρέχει υπηρεσίες που αφορούν παιδιά, πρέπει να έχει λευκό ποινικό μητρώο. Οι καταδικασθέντες για γενετήσια εγκλήματα πρέπει να καταγράφονται σε ειδικό μητρώο και να εξαιρούνται διά βίου από τέτοιες δραστηριότητες.
Ωστόσο, η κακοποίηση δεν είναι μονάχα σεξουαλική. Κακοποίηση είναι η σωματική και λεκτική βία, η ταπείνωση και ο εκφοβισμός. Η ιδιότυπη ενδοοικογενειακή «κατάχρηση εξουσίας» δημιουργεί ένα μοτίβο θυματοποίησης, επιθετικότητας, και ανοχής που γιγαντώνεται στον «έξω κόσμο». Όταν η σφαλιάρα γίνεται μέσο επίλυσης διαφορών στο σπίτι, θα γίνει και στο σχολείο, και στην κοινωνία. Όταν το παιδί-θύμα μαθαίνει να σιωπά για τη σφαλιάρα, θα σωπάσει και για τον βιασμό του. Η πρόληψη της κακοποίησης ξεκινάει από την αναγνώριση προηγούμενων περιστατικών και την άμεση αντιμετώπισή τους. Για τον λόγο αυτό είναι κρίσιμο οποιοσδήποτε ασχολείται επαγγελματικά με του ανηλίκους να εκπαιδεύεται στην αναγνώριση και αντιμετώπιση περιστατικών κακοποίησης. Τέτοιες εκπαιδεύσεις μπορούν κυριολεκτικά να σώσουν ζωές.
Ωστόσο, οι κοινωνικές υπηρεσίες οι οποίες αποτελούν τον βασικό κορμό παροχής πρωτοβάθμιας και επείγουσας κοινωνικής φροντίδας παραμένουν δραματικά υποστελεχωμένες. Ένας κοινωνικός λειτουργός ανά 50.000 κατοίκους ή ανά 5 σχολεία με ήδη επιβαρυμένο καθηκοντολόγιο είναι αδύνατο να ανταποκριθεί επαρκώς στην κρίσιμη αποστολή του. Επιπλέον, τα προβλήματα κατοχύρωσης του ρόλου των κοινωνικών λειτουργών υπονομεύουν ακόμη περισσότερο το έργο τους. Ο νόμος του 1996 για τη σύσταση Κοινωνικών Υπηρεσιών στα Πρωτοδικεία της χώρας παραμένει ακόμη στα χαρτιά. Επαγγελματίες που θα μπορούσαν να επιφορτιστούν με ζητήματα παιδικής προστασίας και να συνδράμουν το έργο των δικαστικών αρχών παραμένουν ανενεργοί, και η Πολιτεία αρνείται εδώ και χρόνια να προχωρήσει στη στελέχωσή των αρμόδιων υπηρεσιών.
Με λίγα λόγια, τα μεγάλα διαχρονικά κενά πεδίου συνίστανται στο πολυδιασπασμένο και αλυσιτελές νομικό πλαίσιο, σε υστερήσεις στον πρώιμο εντοπισμό περιστατικών και στην πρόληψη, σε διαδικαστικές και δικονομικές καθυστερήσεις, σε επιδείνωση της δευτερογενούς θυματοποίησης και μακρόχρονη ταλαιπωρία των θυμάτων, σε έλλειμμα υπηρεσιών παιδικής προστασίας και έλλειψη διατομεακής συνεργασίας, σε έλλειψη προτεραιοποίησης των αναγκών των παιδιώνθυμάτων, σε ανεπάρκεια σύγχρονων πρωτοκόλλων και ενιαίου τρόπου αντιμετώπισης των περιστατικών ανά την επικράτεια, σε ένδεια πληροφόρησης και εκπαίδευσης.
Αρνητικό ρόλο, επίσης, διαδραματίζει ενίοτε και η επικοινωνιακή διαχείριση των περιστατικών κακοποίησης υπό την ανοχή των ΜΜΕ. Τα θύματα συχνά διασύρονται και εξευτελίζονται ερήμην τους σε τηλεοπτικά παράθυρα με χυδαία υπονοούμενα και σχετικοποιήσεις, όπως συνέβη με τους βιασμούς της δωδεκάχρονης από τον Κολωνό, με τις υποθέσεις #metoo και τους βιασμούς με δράστες δήθεν «ευυπόληπτα» πρόσωπα, με καταγγελίες για trafficking όπου πιθανώς εμπλέκονται πρόσωπα εξουσίας.
Κάθε φορά που ένα παιδί υποφέρει, το βάρος της ευθύνης πέφτει στους ώμους όλων μας. Από την οικογένεια, το σχολείο, και την κοινωνία απουσιάζει κραυγαλέα η παιδοκεντρική κουλτούρα που σέβεται την αυτονομία, τη βούληση, την προσωπικότητα και τα δικαιώματα των ανηλίκων. Η Πολιτεία και η Δικαιοσύνη οφείλουν άμεσα να αναλάβουν τις βαριές ευθύνες τους για να σπάσει επιτέλους ο φαύλος κύκλος της κακοποίησης των παιδικών ψυχών.
* Ανεξάρτητη βουλευτής Α’ Αθηνών