Παρότι σε πολλά δημοσιεύματα του εγχώριου, αλλά και του ξένου Τύπου το πολιτικό τοπίο που «έβγαλε» η, «γκαστρωμένη, όπως αποδείχθηκε, κάλπη του δεύτερου γύρου των βουλευτικών εκλογών περιγράφεται με όρους «πολιτικού αδιεξόδου», οι μετρήσεις που διεξάγονται στην γαλλική κοινή γνώμη δείχνουν ότι οι Γάλλοι ουδόλως ανησυχούν ή μετάνιωσαν για αυτό που ψήφισαν –τουλάχιστον οι κάτι λιγότερο από τους μισούς που…
πήγαν να ψηφίσουν. Αντιθέτως, φαίνεται ότι αφού στις προεδρικές εκλογές απέκρουσαν την πιθανότητα να εγκατασταθεί η ακροδεξιά Μαρί Λεπέν στα Ηλύσια Πεδία, στη συνέχεια θέλησαν να τιμωρήσουν τον Μακρόν που κυβερνούσε με «λουδοβίκειο» τρόπο θέτοντάς τον υπό κοινοβουλευτικό περιορισμό –εξάλλου, η Γαλλία, στην ιστορία της, πάντα αποκεφάλιζε στο τέλος τους μονάρχες της.
Ο Μακρόν, λοιπόν, μην έχοντας, ευλόγως, διασφαλίσει την συμφωνία και τη συναίνεση κανενός από τα πολιτικά κόμματα, έχει αρχίσει να συνειδητοποιεί ότι θα πρέπει να κυβερνήσει αλλιώς. Το παραδέχθηκε, κιόλας, επιχειρώντας να διασκεδάσει τις εντυπώσεις ότι θα περάσει την επόμενη 5ετία με «δεμένα χέρια». Είπε, δηλαδή, ότι η εντολή των πολιτών προς «το σύνολο του πολιτικού κόσμου» είναι «να μάθει να κυβερνά και να νομοθετεί διαφορετικά», φράση που παραπέμπει σε μία διακυβέρνηση με ad hoc πλειοψηφίες και συμφωνίες κάθε φορά και όχι με σταθερές προγραμματικές συνεργασίες. Εξάλλου, ο γάλλος πρόεδρος πρόσθεσε ότι έτσι όπως ψήφισαν οι Γάλλοι, ο τρόπος που θα κυβερνάται η Γαλλία θα προσιδιάζει, εφεξής, με τον τρόπο που κυβερνώνται η Γερμανία και η Ιταλία –καθόλου τυχαίο ότι ο ίδιος αναφέρθηκε στις άλλες δύο ηγέτιδες δυνάμεις της Ευρώπης, σε μία συγκυρία που έως πρότινος, η στρατηγική επιδίωξή του ήταν η «ηγεσία της Ευρώπης».
Όλη αυτή η συζήτηση στη Γαλλία, αλλά και η προσπάθεια του Μακρόν να διαχειριστεί τη νέα κατάσταση χωρίς να καταστεί ένας πρόεδρος υπό ομηρία, διεξάγεται σε μία συγκυρία που εδώ στην Ελλάδα έχει καταστεί απολύτως στρεβλός ο τρόπος που στο δημόσιο διάλογο αναφερόμαστε στην απλή αναλογική. Η διεξαγωγή δεύτερης εκλογικής αναμέτρησης έχει προεξοφληθεί και αν κάποιος ανυποψίαστος περί την συνταγματική τάξη της χώρας παρακολουθήσει ξαφνικά την καθημερινή πολιτική συζήτηση, τότε θα νομίζει ότι… γίναμε Γαλλία: ότι, μ’ άλλα λόγια, στην Ελλάδα διεξάγονται εκλογές σε… δύο γύρους, όπως στη Γαλλία, αφού όλοι αναφέρονται στις «πρώτες εκλογές» και παραπέμπουν για την τελική κυβερνητική λύση στις «δεύτερες» ή «επαναληπτικές» εκλογές.
Με άλλα λόγια, την ώρα που στη Γαλλία ο Μακρόν προσπαθεί να «ξορκίσει» το «κυβερνάν δια των συμβιβασμών», στην Ελλάδαπου έχει νωπές και πρόσφατες τις –αναγκαστικές, λόγω του τρόπου που ψήφιζαν οι πολίτες- κυβερνητικές συνεργασίες, διεξάγεται η αντίθετη συζήτηση, με μία κυβέρνηση που «ξορκίζει» την απλή αναλογική και τις συνεργασίες που αυτή επιβάλλει, ταυτίζοντάς την με την «αστάθεια».
Βεβαίως, ίσως η συζήτηση για το πώς συγκροτούνται κυβερνήσεις και το πώς κυβερνιέται μια χώρα να συνταιριάζει με την εκάστοτε πολιτική και διεθνή συγκυρία: για παράδειγμα, τώρα που όλα δείχνουν ότι γεννιέται ένας καινούργιος κόσμος και που έρχεται ένας ζοφερός χειμώνας για όλη την Ευρώπη, είναι αυτονόητο πως οτιδήποτε ενισχύει την συνεργασία μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων είναι μάλλον ευπρόσδεκτο –αν στην ελληνική εξίσωση βάλουμε και την αστάθμητη μεταβλητή των ελληνοτουρκικών, τότε οι συνεργασίες είναι επιβεβλημένες.
Όμως, υπάρχει ένα πρόβλημα: μπορεί ο Μακρόν να επικαλέστηκε το ιταλικό και το γερμανικό παράδειγμα, όμως στη Γερμανία και την Ιταλία τα πολιτικά συστήματα είναι φτιαγμένα έτσι ώστε να ευνοούν τις συνεργασίες, τις προγραμματικές συγκλίσεις και τις συναινέσεις. Αντιθέτως, ο Ντε Γκολ συγκρότησε την 5 η Γαλλική Δημοκρατία ως ένα πολιτικό σύστημα που είχε μεν το «αντίβαρο» της γαλλικής Εθνοσυνέλευσης, αλλά που ταιριάζει σε ισχυρούς «κυβερνήτες». Κάτι αντίστοιχο έκανε ο Καραμανλής μετά τη Μεταπολίτευση και ενίσχυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου καθιστώντας με την αναθεώρηση του ’86 πρωθυπουργοκεντρικό –και, μάλιστα, κατ’ ακραίον τρόπο- το ελληνικό πολιτικό σύστημα.
Με άλλα λόγια, αλλιώς μπορεί να λειτουργήσει μία προγραμματική συμφωνία και κυβερνητική συνεργασία στη Γερμανία και την Ιταλία, αλλιώς στην Ελλάδα ή τη Γαλλία. Η νέα εποχή που ξημερώνει, όμως, όπως και η «εποχή των τεράτων» την οποία διερχόμαστε, καθιστούν τις συνεργασίες και τις συγκλίσεις αναγκαίες παντού. Εκκρεμεί το να αποδειχθεί, όμως, πού θα φανούν λειτουργικές και πού όχι.