Κάθε φορά που ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι αντιμέτωπος με μία
δυσώδη υπόθεση που αφορά βουλευτή του και αποφασίζει να
διαβεί τον Ρουβίκωνα των –όποιων κάθε φορά- πειθαρχικών
μέτρων, περισσεύουν οι εκ των υστέρων διαβεβαιώσεις του ίδιου
και των συνεργατών του για το πόσο… δεν σηκώνουν μύγα στο
σπαθί τους σε θέματα πολιτικής ηθικής.
Μόνο που τα πράγματα μόνο έτσι δεν είναι. Βλέπετε, όποιος δεν
σηκώνει μύγα στο σπαθί του, δεν αφήνει τον χρόνο να περνά.
Ούτε περιμένει να δει κατά πόσον μία δυσάρεστη πολιτική
υπόθεση για τον ίδιο και το κόμμα του θα «ξεχαστεί» και θα φύγει
από την επικαιρότητα ή όχι. Όποιος έχει αρχές, παίρνει τις
αποφάσεις του «με το καλημέρα» και όχι κατόπιν εορτής.
Στις διάφορες περιπτώσεις ηθικής τάξεως που είχε να διαχειριστεί
το προηγούμενο διάστημα ο πρωθυπουργός, λοιπόν,
καταδείχθηκε αυτό ακριβώς: ότι οι όποιες αποφάσεις έλαβε ο
Κυριάκος Μητσοτάκης δεν ήταν αποτέλεσμα κάποων
απαραβίαστων ηθικών αρχών, κανόνων και αξιών. Ήταν απλώς η
διαπίστωση ότι το πρόβλημα που εμφανιζόταν κάθε φορά έφερνε
μεγάλο πολιτικό λογαριασμό στο Μέγαρο Μαξίμου.
Και εξηγούμαστε: οι πρώτες αποκαλύψεις για την εισπρακτική του
βουλευτή Πάτση και για τις απευθείας αναθέσεις προς το γραφείο
του από τα ΕΛΤΑ και άλλες εταιρείες του Δημοσίου είχαν
δημοσιευθεί πριν 2,5 χρόνια. Μάλιστα, είχαν κατατεθεί και σχετικές
ερωτήσεις στη Βουλή. Όμως, τότε αυτό δεν είχε ενοχλήσει
καθόλου το Μέγαρο Μαξίμου. Όταν, όμως, οι αποκαλύψεις έλαβαν
μορφή χιονοστιβάδας και η υπόθεση Πάτση συνδυάστηκε με τις
δεκάδες χιλιάδες πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας που είχαν
προκαλέσει εύλογη ανασφάλεια στην κοινωνία, τότε κατέστη
σαφές ότι οι «μπίζνες» του βουλευτή Γρεβενών είχαν αρχίσει να
προκαλούν μείζον πολιτικό πρόβλημα στο Μαξίμου. Κάπως έτσι,
ενώ για μία εβδομάδα ο Πάτσης και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος
ήταν σε ανοιχτή γραμμή για να συντονίζονται και να χαράσσουν
από κοινού υπερασπιστική γραμμή έναντι του ΣΥΡΙΖΑ, τελικώς ο
πρωθυπουργός αναγκάστηκε να ανακοινώσει τη διαγραφή του
από την Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ και το κόμμα.
Σε ό,τι αφορά τον βουλευτή Καππάτο, το Μαξίμου έκανε ότι δεν
άκουσε, ενώ ακόμη και ο έλεγχος της OLAF σε βάρος της
ευρωβουλευτού Μαρίας Σπυράκη στην αρχή υποβαθμίστηκε από
το Μαξίμου, για να αναγνωρίσει αργότερα ο Κυριάκος Μητσοτάκης
πως το θέμα ήταν σοβαρό και να λάβει τις αντίστοιχες αποφάσεις.
Τέλος, το Documento με τις αποκαλύψεις για τις επιχειρηματικές
δραστηριότητες Χειμάρρα είχε κρεμαστεί στα περίπτερα όλης της
χώρας παραμονή Πρωτοχρονιάς, ενώ οι σχετικές αποκαλύψεις του
Παύλου Πολάκη είχαν γίνει ήδη από το… 2020. Κι όμως, εν τέλει η
εξώθηση σε παραίτηση του βουλευτή έλαβε χώρα 5 μέρες
αργότερα, δηλαδή στις 4 Ιανουαρίου, αφού για αρκετά 24ωρα το
Μαξίμου και η ΝΔ είχαν πάθει «αφωνία» και απλώς πόνταραν στο
ότι το θέμα θα ξεχαστεί, βοηθούσης και της εορταστικής
ραστώνης. Συν τοις άλλοις, οι «ευρύχωρες» διατυπώσεις του
κυβερνητικού εκπροσώπου για το αν ο κ. Χειμάρας θα
συμπεριληφθεί εκ νέου στα ψηφοδέλτια της ΝΔ καταδεικνύουν και
την διαφαινόμενη συμφωνία που έχει γίνει: ο, πρώην πλέον,
βουλευτής Φθιώτιδας της ΝΔ «θυσιάσει» 4 μήνες βουλευτικής
θητείας για να έχει την ευκαιρία να διεκδικήσει την επανεκλογή του
μέσω του ψηφοδελτίου του κυβερνώντος κόμματος…
Όλα τούτα δείχνουν πως ό,τι έχει κάνει ο πρωθυπουργός δεν είναι
αποτέλεσμα των αρχών που διέπουν τον ίδιο και την παράταξή
του. Απλώς, όταν οι δημοσκόποι και οι αναλυτές φτάνουν να του
πουν ότι μία υπόθεση τον «αγγίζει» και επηρεάζει τη ΝΔ, τότε
αναγκάζεται να κάνει με χαρακτηριστική καθυστέρηση αυτό που θα
ήταν πολιτικά αυτονόητο να γίνει από την πρώτη στιγμή. Και
μερικές φορές, ούτε καν αυτό…