Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) στις 23 Μαΐου 2016 δημοσίευσε Έκθεση (report) για τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους της Ελλάδας, με τίτλο «Greece: Preliminary Debt Sustainability analysis-Updated Estimates and Further Considerations». Η συγκεκριμένη Έκθεση είναι γραμμένη σε αυστηρή τεχνοκρατική γλώσσα και αξιοπρόσεκτο είναι ότι οι συγγραφείς του χρησιμοποιούν οικονομετρική ανάλυση για την ενίσχυση των εξαγόμενων συμπερασμάτων τους. Το ουσιώδες συμπέρασμα που εξάγεται από την ανάλυση της ερευνητικής ομάδας του ΔΝΤ, είναι ότι υπό τις υπάρχουσες αντικειμενικές συνθήκες της ελληνικής οικονομίας και βασικά λόγω της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης που μετά το 2008 πλήττει τη χώρα μας, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας δεν είναι εξυπηρετήσιμο, δηλαδή βιώσιμο.
Σύμφωνα με το ΔΝΤ σε καθεστώς διαιωνιζόμενης ύφεσης της ελληνικής οικονομίας, δεν είναι δυνατόν οι κυβερνήσεις να διασφαλίζουν τους απαιτούμενους οικονομικούς πόρους δεκάδων δις ευρώ (€) για την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους τα επόμενα χρόνια.
Το ΔΝΤ επισημαίνει το γεγονός ότι όταν έγινε το πρώτο κούρεμα του ελληνικού δημοσίου χρέους τον Φεβρουάριο του 2012, όπου η Ελλάδα δεσμεύτηκε με τις αυστηρές επιταγές του δευτέρου μνημονίου, προβλεπόταν ότι ο λόγος χρέος γενικής κυβέρνησης προς ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν) από 170,3% το 2011, θα έπεφτε σε 124,2% το 2020 και 102,2% το 2025. Οι συγκεκριμένοι ποσοτικοί στόχοι έχουν καταστεί πλέον ανέφικτοι, με συνέπεια υπό τις υφιστάμενες οικτρές συνθήκες της εθνικής μας οικονομίας, το ΔΝΤ να αναπροσαρμόζει τις προβλέψεις του για τις δημοσιονομικές προοπτικές της χώρας προς το δυσμενέστερο.
Στον πίνακα 1 της Έκθεσης, οι ερευνητές του ΔΝΤ αναφέρουν ότι ο λόγος δημόσιο χρέος προς ΑΕΠ από 183,7% το 2016, προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 175,1% το 2020 και 156,3% το 2025, υπό την προϋπόθεση όμως η ελληνική οικονομία να εισέλθει σε αναπτυξιακή τροχιά και ταυτόχρονα να εφαρμοστούν στο ακέραιο οι μεταρρυθμιστικές πολιτικές που απορρέουν από το τρίτο μνημόνιο.
Πιο συγκεκριμένα το ΔΝΤ αναφέρει τα εξής: «Only under assumptions of ambitious long-term targets for growth and the primary surplus and, later, for privatization did the Debt Sustainability Analysis suggest that debt could become sustainable». Δηλαδή, το ΔΝΤ θέτει ως θεμελιώδεις προϋποθέσεις για τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους της Ελλάδας, την επίτευξη ικανοποιητικών αναπτυξιακών ρυθμών, την ύπαρξη πρωτογενών πλεονασμάτων στην γενική κυβέρνηση βάσει των προβλεπόμενων μνημονιακών στόχων και την υλοποίηση του προγράμματος ιδιωτικοποίησης-αποκρατικοποίησης όπως αυτό προδιαγράφεται στα πλαίσια του τρίτου μνημονίου. Αξιοσημείωτη είναι η ακόλουθη επισήμανση του ΔΝΤ: «Staff did not consider this likely with high probability».
Ουσιαστικά, οι ιθύνοντες του ΔΝΤ αποδέχονται ότι σε συνθήκες αποτελμάτωσης της ελληνικής οικονομίας και δεδομένης της χαμηλής “συνολικής παραγωγικότητάς” της (TFP-Total Factor Probability), η βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους της Ελλάδας καθίσταται ανέφικτος και εξωπραγματικός στόχος. Από οικονομετρικής άποψης οι ερευνητές του ΔΝΤ καταλήγουν στην εμπειρική παρατήρηση, ότι, το πελώριο δημόσιο χρέος της Ελλάδας προκαλεί την διαχρονική πτωτική τάση της συνολικής παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας και άρα συνιστά βασικό αίτιο των αρνητικών αναπτυξιακών επιδόσεων της χώρας κατά τα τελευταία χρόνια. Πώς όμως θα αυξηθεί η παραγωγικότητα της εθνικής οικονομίας, αν δεν προαχθεί η ανταγωνιστικότητα του οικονομικού μας συστήματος; Αυτό το εξαιρετικής σημασίας θέμα θα σχολιάσουμε στην αυριανή μας ανάλυση.