Στα χρόνια της κρίσης πολλοί μας κούνησαν το μαντήλι και μετακινήθηκαν σε κάποια άλλη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για να σπουδάσουν ή να δουλέψουν. Άλλωστε και εμείς οι ίδιοι ουκ ολίγες φορές βρεθήκαμε να φλερτάρουμε με τα αεροδρόμια – το γιατί δεν περάσαμε από το φλερτ στην πράξη, είναι άλλη κουβέντα, όχι της παρούσης.
Ενώ, όπως το φαντάζεστε ίσως, το Ηνωμένο Βασίλειο είναι ο νούμερο ένα προορισμός μας για σπουδές, με 10.000 Έλληνες να φεύγουν σταθερά προς τα εκεί ετησίως (βλ. έρευνα του Higher Education Statistical Agency εδώ), τα δεδομένα για εργασία και μόνιμη διαμονή είναι άλλα. Τα πιο πρόσφατα καταγεγραμμένα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού, όπως τα κατέθεσε προ δύο ετών το υπουργείο Εξωτερικών, δείχνουν ότι η Γερμανία -όπως κάποτε, η ιστορία επαναλαμβάνεται- είναι στην πρώτη θέση των επιλογών μας, όταν σχεδιάζουμε να την κάνουμε με ελαφρά πηδηματάκια.
Και πολύ σημαντικός αστερίσκος είναι ότι κάποιοι που μένουν στο εξωτερικό, δεν έχουν δηλωθεί στις κατά τόπους ελληνικές πρεσβευτικές και προξενικές Αρχές. Και παρά τον αστερίσκο αυτό, μιλάμε για περισσότερους από 157.055 Έλληνες που εγκαταστάθηκαν μόνιμα ή ημιμόνιμα στη Γερμανία μέσα στο διάστημα 2010-2016, ενώ η αμέσως επόμενη χώρα που επιλέγουμε είναι το Ηνωμένο Βασίλειο, με 51.859 Έλληνες. Περισσότεροι από τριπλάσιοι, δηλαδή, πήγαν στη Γερμανία.
Σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ένωση, μιλήσαμε με τέσσερις Έλληνες που ζουν πλέον στη Γερμανία και μας δίνουν μια γεύση για τη μετάβασή τους εκεί.
Ο Στάθης Ναυπλιώτης μένει στο Βερολίνο τον τελευταίο ενάμιση χρόνο. Είναι visual effects compositor και κάνει την επεξεργασία και σύνθεση εικόνας σε διαφημίσεις και βίντεο. Προτού φύγει, δούλευε στην Αθήνα σε μια εταιρεία παραγωγής: «Κάποια στιγμή, αφενός θέλησα να κάνω μια αλλαγή στη ζωή μου, αφετέρου εδώ στην Ελλάδα, με τη φορολογική και ασφαλιστική πραγματικότητα που υπάρχει, ένιωθα ότι τελικά δουλεύω για το κράτος». Γιατί επέλεξε τη Γερμανία, τον ρωτάμε.
«Είχα μια φίλη και συνάδελφο που πήγε να ζήσει εκεί και έπαιρνα feedback ότι τα πράγματα στη δουλειά μας είναι καλύτερα. Το ότι είχα έναν δικό μου άνθρωπο εκεί, όπως και ότι η ζωή στο Βερολίνο είναι λιγότερο ακριβή σε σχέση με το Λονδίνο ή το Παρίσι, ήταν επίσης ένα κριτήριο».
Από την άλλη, η Ελένη Μπάστα είναι ήδη οκτώ χρόνια στο Βερολίνο. Έφυγε με εισιτήριο χωρίς επιστροφή, όταν το περιοδικό στο οποίο δούλευε εδώ ξεκίνησε να κάνει περικοπές προσωπικού. «Δεν μιλούσα γερμανικά, τα βρήκα σκούρα, πήγα σε σχολείο να μάθω τη γλώσσα. Αυτή η φάση κράτησε πολύ καιρό… η γλώσσα είναι πολύ δύσκολη, δεν μαθαίνεται.
Οπότε, όταν έμεινα με ένα ευρώ στην τσέπη -δεν υπερβάλλω, ένα ευρώ ήταν- πήγα και δούλεψα ως σερβιτόρα σε ένα ελληνικό εστιατόριο – πολύ αποτυχημένη σερβιτόρα, άλλα για κάποιο λόγο με συμπάθησε ο ιδιοκτήτης και με άφησε να δουλέψω μέχρι να βρω κάτι άλλο». Σήμερα, η Ελένη έχει φτιάξει τη δική της εταιρεία, το Bär Travel, δουλεύοντας ως τουριστικός πράκτορας.
Τη ρωτάμε για την τοπική ελληνική κοινότητα: «Ναι, υπάρχει και ασχολούνται πολύ αξιόλογα παιδιά, απλώς εγώ δεν έτυχε να απευθυνθώ εκεί», συμπληρώνει. Στα social media υπάρχει εμφανής συσπείρωση. Η Ελένη μας λέει για τη σελίδα «Greek Berliners», η οποία στόχο έχει να βοηθήσει Έλληνες που πηγαίνουν στο Βερολίνο σε θέματα στέγασης, μόρφωσης, δουλειάς ή άλλων αναγκών. «Η ελληνική νοοτροπία φαίνεται στη σελίδα, καλώς ή κακώς: κάποιοι βοηθάνε πάρα πολύ, ενώ θα δεις άλλους να συμπεριφέρονται άσχημα ο ένας στον άλλο…».
Μια λίγο διαφορετική μετάβαση περιγράφει ο Άκης Παπαντώνης, καθηγητής στην Πανεπιστημιακή Ιατρική Σχολή του Γκέτινγκεν. «Ήμουν μια πενταετία στην Αγγλία και από εκεί πήρα μια θέση καθηγητή στη Γερμανία. Έτσι, όλα κανονίστηκαν μέσω του νέου μου εργοδότη – ασφάλιση, παιδικός σταθμός για τα παιδιά, συνταξιοδοτικό, ως και αποζημίωση για τα έξοδα μετακόμισης. Εγώ χρειάστηκε μόνο να βρω διαμέρισμα και να ανοίξω έναν λογαριασμό τραπέζης. Όλο αυτό, όμως, ίσως δεν είναι τυπικό του πώς προσαρμόζεται ένας Έλληνας που έρχεται να βρει δουλειά υπό άλλες συνθήκες».
Στο τέλος, το ψάξιμό μας, μάς οδηγεί στον Μιχάλη Μάστορα. Τον βρήκαμε διαβάζοντας για τη δράση του, επειδή είναι από τους ανθρώπους που βοηθούν με διάφορους τρόπους τους Έλληνες, τόσο μέσα από την ομάδα στο Facebook «Δουλειά και Ζωή στη Γερμανία», όσο και μέσα από την εκπομπή του στον Greek Pulse Radio. «Εμένα, δυστυχώς, δεν με βοήθησε κανένας πριν από εξίμισι χρόνια που ήρθα. Τουναντίον, ο άνθρωπος που περίμενα να με στηρίξει με έβγαλε την τέταρτη μέρα στον δρόμο και ξεκίνησε ένας Γολγοθάς που ευτυχώς, όμως, είχε αίσιο τέλος. Άρα, η μετάβασή μου ήταν τελικά επιτυχής. Τώρα, κάνω ό,τι μπορώ για τα ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες εδώ, με τη σελίδα και τον σταθμό. Ήμουν και στην ελληνική κοινότητα Waiblingen, που κάνει σοβαρή δουλειά και προσφέρει πρακτική βοήθεια στους νεομετανάστες, σε θέματα χαρτιών που χρειάζονται κτλ».
Δύο ενδιαφέροντα συμπληρωματικά στοιχεία:
* Ενώ η Γερμανία είναι η πιο δημοφιλής επιλογή ανάμεσα στους ενεργούς πολίτες σήμερα, οι συνταξιούχοι Έλληνες σύμφωνα με στοιχεία μετακινούνται περισσότερο στη Βουλγαρία, λόγω κόστους ζωής. Δηλαδή εκτός από το brain drain, τώρα υπολογίζουμε και το elders drain.
* Στην κατάταξη των χωρών που είναι πιο δημοφιλείς για μετεγκατάσταση μέσα στην Ε.Ε., η Ελλάδα μαζί με την Ιταλία και την Ισπανία εμφανίζουν όλο και μικρότερη ζήτηση τα τελευταία πέντε χρόνια, ενώ η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Δανία, η Σλοβενία και η Σουηδία αυξάνουν τη δημοτικότητά τους (βλ. 2.1.3 Report of intra-EU labour mobility).