Στο σημερινΟ Αρθρο θα ασχοληθούμε με τον προσδιορισμό της πραγματικής ύφεσης της εθνικής μας οικονομίας κατά την περίοδο 2008-2015. Όπως θα διαπιστωθεί στη συνέχεια, η ύφεση της ελληνικής οικονομίας μετά το 2008, είναι κατά πολύ υψηλότερη σε σύγκριση με το μέγεθος της ύφεσης που αποτυπώνεται από το ετήσιο ποσοστό μείωσης του πραγματικού ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν). Ως γνωστόν, η ΕΛΣΤΑΤ (Ελληνική Στατιστική Αρχή) είναι ο επίσημος φορέας παραγωγής των εθνικολογιστικών μεγεθών της ελληνικής οικονομίας. Στην ανάλυσή μας θα χρησιμοποιήσουμε τα εθνικολογιστικά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και πιο συγκεκριμένα το ΑΕΠ που υπολογίζεται βάσει της “μεθόδου της δαπάνης”. Με κριτήριο τη μέθοδο της δαπάνης, «το ΑΕΠ ορίζεται ως η συνολική αξία της δαπάνης για την αγορά τελικών αγαθών και υπηρεσιών κατά τη διάρκειας μιας χρονικής περιόδου π.χ. έτος». Το ΑΕΠ αποτελείται από καταναλωτικά και επενδυτικά αγαθά παραγόμενα από τον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα.

Παρατηρήσεις: Πηγή των στοιχείων είναι η ΕΛΣΤΑΤ. Τα μεγέθη απεικονίζονται σε σταθερές τιμές με έτος βάσης το 2010.
Σύμφωνα με τη μεθοδολογία των εθνικών λογαριασμών, η “συνολική εγχώρια τελική ζήτηση” προκύπτει από το άθροισμα της “ιδιωτικής κατανάλωσης”, της “δημόσιας κατανάλωσης” και των “ακαθάριστων επενδύσεων παγίου κεφαλαίου”. Αν στην συνολική εγχώρια τελική ζήτηση προστεθούν οι “εξαγωγές” και αφαιρεθούν οι “εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών” προκύπτει το ΑΕΠ. Με βάση τα στοιχεία του πίνακα, την περίοδο 2008-2015 η εγχώρια τελική ζήτηση στην ελληνική οικονομία μειώθηκε -31,1%, δηλαδή από 260,2 σε 179,2 δις ευρώ (€). Ωστόσο, με έκπληξη παρατηρούμε ότι την περίοδο 2008-2015 το ΑΕΠ της Ελλάδας σε σταθερές τιμές από 231,9 ελαττώθηκε σε 176,9 δις €, που αντιστοιχεί σε συνολικό ποσοστό μείωσης -23,7%. Το ερώτημα που ανακύπτει είναι λογικό και εύλογο: Κατά την περίοδο 2008-2015, η πραγματική ύφεση της εθνικής μας οικονομίας ανήλθε αθροιστικά σε -31,1% ή σε -23,7%;
Όσοι κατέχουν σε βάθος το αντικείμενο της “μεθοδολογίας των εθνικών λογαριασμών”, κατανοούν ότι η πραγματική ύφεση της ελληνικής οικονομίας την περίοδο 2008-2015 ήταν -31,1% και όχι -23,7%. Ναι μεν οι αναπτυξιακοί ρυθμοί μιας χώρας αντανακλώνται στο ποσοστό μεταβολής του πραγματικού ΑΕΠ, ωστόσο στην περίπτωση της εθνικής μας οικονομίας υπάρχει ένα ιδιάζων φαινόμενο που σχετίζεται με τη συμπεριφορά του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Η διαφορά εξαγωγών και εισαγωγών απεικονίζει την κατάσταση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Αν οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών είναι μεγαλύτερες, ίσες ή μικρότερες των εισαγωγών, τότε το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι πλεονασματικό, ισοσκελισμένο ή ελλειμματικό. Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Ελλάδας μετά το 2008 παρουσιάζει τάσεις βελτίωσης, λόγω της εντυπωσιακής πτώσης των εισαγωγών ως αποτέλεσμα της παρατεταμένης ύφεσης του οικονομικού μας συστήματος. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών από -28,3 δις το 2008 έπεσε στα -2,3 δις € το 2015. Κατ’ αυτό τον τρόπο, η αισθητή συρρίκνωση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών κατά την περίοδο 2008-2015, συνέβαλε ώστε το συνολικό ρήγμα της ύφεσης την περίοδο αυτή με βάση το πραγματικό ΑΕΠ να υπολογίζεται σε -23,7%, αντί -31,1% που ήταν η πραγματική ύφεση στην εθνική μας οικονομία με κριτήριο την ελάττωση της εγχώριας τελικής ζήτησης.