Tο 1995 ὁ διάσημος τότε σημειολόγος (μακαρίτης τώρα) Umberto Eco εἶχε δηλώσει: «Ἡ τηλεόραση δημιουργεῖ ἀνίκανους». Παράλληλα, ὁ μεγάλος Γερμανὸς συγγραφέας Günter Gras προειδοποιοῦσε: «Ὁ ἄνθρωπος ἀναγνώστης ἀντικαταστάθηκε ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο καταναλωτὴ εἰκόνων». Παρῆλθαν ἔκτοτε εἴκοσι χρόνια καὶ πλέον καὶ ὄχι χωρὶς θλίψη διαπιστώνουμε ὅτι ὁ πνευματικὸς βίος εἰκονοποιεῖται (χωρὶς αὐτὸ νὰ σημαίνει ὅτι ἱκανοποιεῖται) καὶ ὅτι ὁ χαρακτήρας τῆς πληροφορίας γίνεται ἁπλῶς ἀνακοινωτικὸς, ὥστε ὁ ἀποδέκτης νὰ μένει στὸ φλοιὸ, χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ εἰσέλθει στὸν πυρήνα τῶν γεγονότων, στὴν οὐσία τῶν ἐξελίξεων. Μὲ τὴν ἐπέλαση μάλιστα τῶν «μαγικῶν» ἠλεκτρονικῶν συσκευῶν μαθαίνει στὸ λεπτὸ τὰ πάντα γιὰ τὰ πάντα. Καὶ τὰ φανερὰ καὶ τὰ ἀπόκρυφα. Ὅλα ἔρχονται στὸ φῶς. Αὐτὸ ὅμως δὲν σημαίνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔγινε πιὸ σοφὸς ἤ ὅτι οἱ σοφοὶ ἔγιναν πιὸ γνωστοὶ καὶ ὅτι ὁ λόγος τους ἔγινε πνευματικὸ λίπασμα γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ὅλης τῆς γῆς.
Φοβᾶμαι ὅτι χάρη στὸ διαδίκτυο καὶ ἄλλα ἠλεκτρονικὰ σκεύη οἱ σοφοὶ ἔγιναν ἀριθμητικὰ περισσότεροι κι ἀπὸ τοὺς… παπάδες! Καὶ μάλιστα ὅλων μαζὶ τῶν δογμάτων. Διαχέεται τόση πολλή σοφία ὥστε, λόγῳ κορεσμοῦ, φθάσαμε στην ἀσοφία. Ἀκοῦμε, ἀκοῦμε ἀλλὰ δὲν συγκρατοῦμε τὰ ἀκουόμενα, βλέπουμε εἰκόνες ἐπὶ εἰκόνων ἀλλὰ, λόγῳ πλησμονῆς, ἡ μία διώχνει τὴν ἄλλη. Τὸ μυαλὸ μας ἔγινε στίβος πάλης. Ἡ μιὰ εἰκόνα μάχεται ἤ σκεπάζει τὴν ἄλλη. Ἀλλ’ αὐτὸ ποὺ σκεπάζεται παντελῶς εἶναι ὁ πραγματικὰ σοφὸς, εἴτε ὡς λόγος εἴτε ὡς ἄνθρωπος. Ὅπως εἶχε πεῖ προφητικὰ ὁ Μπαλτάσαρ Γαραθιὰν, «οἱ σοφοὶ ἄς ἀναζητήσουν καταφύγιο στὴ σιωπὴ». Ἡ σοφὴ σιωπὴ μπορεῖ νὰ μὴν εἶναι ὀπτικὰ, εἶναι ὅμως νοητικὰ ὁρατή. Κι ἔχει ἕνα πρόσωπο τόσο εὐπρόσωπο σὰν πραγματικὴ εὐλογία, γιὰ νὰ μεταχειρισθοῦμε ὑπὸ παραλλαγὴ ἕνα λόγο τοῦ Μιχαήλ Θερβάντες. Ἄς σταθοῦμε στὴ σύνθετη λέξη εὐ-λογία. Σὲ πρώτη σημασία δηλώνει τὴν καλλιλογία, τὸν εὔμορφο καὶ κομψὸ λόγο. Μετὰ πῆρε τὴ σημασία τοῦ εὐχετικοῦ λόγου, τῆς εὐεργετικῆς πράξης ἤ τῆς θείας χάριτος.
Αὐτὴ, ὅμως, ἡ εὐλογία χάνεται μὲ τὴν εἰκονοποίηση ἤ τὴ μορφὴ τοῦ ρέοντος λόγου. Ἀντίθετα μὲ τὸν γραπτὸ σὲ χαρτὶ λόγο τὸ νόημα σταθεροποιεῖται, στερεοποιεῖται, ἀφομοιώνεται. Δὲν καταπίνεται μηχανικὰ. Αὐτὸ δὲν ἰσχύει μόνο στὸ γραπτὸ ἀλλὰ καὶ στὸν προφορικὸ λόγο. Μετέχω κατ’ ἔτος σὲ 10 καὶ πλέον ἐπιστημονικὰ συνέδρια. Ἔχω παρατηρήσει ὅτι πολλοὶ ὁμιλητὲς συνοδεύονται καὶ ἀπὸ ἠλεκτρονικὲς συσκευὲς. Ὅ,τι λένε, προβάλλεται γραπτὰ σὲ μιὰ ὀθόνη. γίνεται, ὄχι μόνο ἡ συχνὰ ἀναγκαία εἰκόνα, ἀλλὰ καὶ ὁ προφορικὸς λόγος εἰκόνα! Καὶ ποιὸ τὸ ἀποτέλεσμα;
Λόγῳ τοῦ σκότους ἤ τοῦ ἡμίφωτος χάνεται ὁ ὁμιλητὴς, ποὺ γίνεται αὐτὸς ἐξάρτημα τῆς ὀθόνης. Καὶ συχνότατα ἔχω παρατηρήσει ὅτι στὸ ἀκροατήριο οὐδὲν μένει.
Τὰ παραπάνω δὲν ἔχουν τὴν ἔννοια τῆς ἀπορρίψεως τῶν νέων ἠλεκτρονικῶν μέσων, γιὰ τὰ ὁποῖα ἐπὶ μία τριετία (1976-1979) ἀγωνίστηκα νὰ εἰσαχθοῦν στὰ σχολεῖα ὡς βοηθητικά μέσα διδασκαλίας, ἁπλῶς θέλω νὰ τονίσω ὅτι ὁ ἀνθρώπινος ἐγκέφαλος δὲν πρέπει νὰ ὑποκατασταθεῖ ἀπὸ κάποιον ἠλεκτρονικὸ ἐγκέφαλο. Διότι τότε θὰ μποῦμε στὴ ζώνη ἑνὸς ἡλεκτρονικοῦ φασισμοῦ. Προσωπικά, ἐφόσον τὸ χέρι καὶ τὸ μυαλό μου εὐρωστοῦν, δὲν θὰ ἀποχωρισθῶ τοὺς τρεῖς σωματοφύλακές μου: τὸ μολύβι, τὴν ξύστρα καὶ τὴ γομολάστιχα.
www.sarantoskargakos.gr