Η υπόθεση του πρώην προέδρου της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) Ανδρέα Γεωργίου, περί αλλοίωσης του ελλείμματος και του χρέους της γενικής κυβέρνησης, έχει πάρει το δρόμο της ελληνικής δικαιοσύνης και οι δικαστικές αρχές θα αποφανθούν για την τύχη του. Η Οικονομική Επιστήμη μας διδάσκει, ότι, το οικονομικό σύστημα είναι ένας ζωντανός οργανισμός, η λειτουργία του οποίου διέπεται από αρχές και νόμους. Αν ο οικονομολόγος και γενικότερα ο ερευνητής των οικονομικών φαινομένων, δεν είναι συνειδητοποιημένος γνώστης των αρχών και των νόμων επί των οποίων έχουν δομηθεί οι διάφορες θεωρίες στα πεδία της Θεωρητικής και της Εφαρμοσμένης Οικονομικής (Theoretical and Applied Economics), βέβαιο είναι ότι δεν θα έχει την ικανότητα να ερμηνεύει ορθά και αποτελεσματικά την εξέλιξη των οικονομικών φαινομένων. Η περίπτωση Γεωργίου για μεγάλο χρονικό διάστημα θα βρίσκεται στην επιφάνεια της πολιτικοοικονομικής επικαιρότητας, λόγω του αδιαμφισβήτητου γεγονότος ότι το 2009 επί πρωθυπουργίας Κωνσταντίνου Α. Καραμανλή, συντελέστηκε η πέμπτη πτώχευση του νεοελληνικού κράτους.
Ωστόσο, ο πρώην πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Α. Καραμανλής διαπράττει ένα σοβαρό ιστορικό λάθος. Πιο συγκεκριμένα, στην προσπάθειά του να αποποιηθεί των ιστορικών ευθυνών που του αναλογούν για την χρεοκοπία του 2009, με στενόμυαλο, τυχοδιωκτικό και αντιεπιστημονικό τρόπο, το περιβάλλον του προσπαθεί να ρίξει όλες τις ευθύνες στον αχυράνθρωπο Γεωργίου. Λες και ο Γεωργίου πήρε το χρέος της κεντρικής κυβέρνησης από τα 3,8 δις ευρώ (€) το 1974 και το εξακόντισε στα 87,4 δις € το 1993 ή στα 183,4 δις € το 2003 ή στα 298,5 δις € το 2009. Πέραν πάσης αμφιβολίας, ο Γεωργίου με άνωθεν εντολές παραχάραξε τα δημοσιονομικά στοιχεία, όχι μόνο του 2009, αλλά και του συνόλου της περιόδου 2009-2015. Η τρομακτική αύξηση των πιστωτικών εσόδων κατά την περίοδο 2010-2015, καταδεικνύει του λόγου το αληθές. Ένα θέμα που σε πάμπολλα άρθρα διεξοδικά έχουμε αναλύσει και αποκαλύπτει την ύπαρξη οργανωμένου χαλκείου στο υπουργείο Οικονομικών και το παρακλάδι της ΕΛΣΤΑΤ.
Η αμείλικτη και αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα των αριθμών, καταδεικνύει ότι την περίοδο 1974-2016 το χρέος της κεντρικής κυβέρνησης από 3,8 δις € ή 18,2% του ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας, εκτοξεύτηκε σε 327 δις € ή 187,3% του ΑΕΠ. Ανεξάρτητα του γεγονότος ποιοι πρωθυπουργοί και ποια κυβερνητικά οικονομικά επιτελεία διαχειρίστηκαν τα Δημόσια Οικονομικά της χώρας και ανεξάρτητα του μεγέθους της παραχάραξης των κύριων δημοσιονομικών δεικτών που συνειδητά έκαναν, αδιαμφισβήτητη είναι η δραματική ανοδική πορεία του δημοσίου χρέους καθ’ όλη την περίοδο 1974-2016. Όσες αλλοιώσεις των δημοσιονομικών και των εθνικολογιστικών μεγεθών και αν ο κάθε κύριος Γεωργίου έκανε κατά την διάρκεια της περιόδου 1974-2016, ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει το μειοδοτικό γεγονός ότι όλες οι κυβερνήσεις της περιόδου αυτής, σαν άβουλα όντα έβλεπαν το δημόσιο χρέος να αυξάνει με ιλιγγιώδεις ρυθμούς και οι κομματικοί τους εγκάθετοι να στήνουν σκηνικό τεχνικού καυγά στα ραδιοτηλεοπτικά μέσα, για το ποιος έφταιγε λιγότερο ή περισσότερο για την ξέφρενη ανοδική του πορεία.
Ο συμπαθής πρώην πρωθυπουργός Κώστας Α. Καραμανλής θα πρέπει να προσέξει, ώστε να μην μεταλλαχτεί σε αποδιοπομπαίος τράγος της δημοσιονομικής ιστορίας του τόπου. Ναι μεν από το περιβάλλον του πέρασαν αρκετά πολιτικά πρόσωπα, που πεινασμένοι και άφραγκοι μπήκαν στην πολιτική και στη συνέχεια άφησαν τους θώκους φεύγοντας για Μύκονο ή για Άλπεις μεριά χορτασμένοι, φραγκάτοι και αποτριχωμένοι, ωστόσο υπήρξαν και μερικοί που ευπρεπώς, δηλαδή σεμνά και ταπεινά, εξακολουθούν να στέκονται στο πλάι του. Εννοείται ότι έχουν στοιχειώδεις γνώσεις, της Οικονομικής Ιστορίας του νεώτερου ελληνικού έθνους. Αν ανατρέξουν στην πτώχευση του Απριλίου 1932, θα διαπιστώσουν ότι ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος λίγο πριν την κατάρρευση των Δημοσίων Οικονομικών, έκανε ένα συγκλονιστικό διάγγελμα προς τον ελληνικό λαό. Αυτός ο γίγας της πολιτικής δεν λιγοψύχησε και δεν έκρυψε την αλήθεια από τον ελληνικό λαό. Με γενναιότητα και παλικαριά αποδέχτηκε τις ιστορικές του ευθύνες έναντι της πατρίδας, παρότι γνώριζε ότι η πτώχευση του 1932 είχε σηματοδοτήσει το τέλος της ένδοξης πολιτικής του καριέρας. Ο αληθής λόγος του επισκίασε τις όποιες ευθύνες του.