Του Σπύρου Σουρμελίδη από την Κυριακάτικη Kontranews
«Αντιπολίτευση, ρε!» φωνάζουν στελέχη, μέλη και ψηφοφόροι, ακόμα και άνθρωποι που δεν ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ αλλά τώρα περιμένουν μια δυναμική σύγκρουση με την κυβέρνηση, προκειμένου να μπει φρένο στην κυβερνητική ασυδοσία. Την ίδια ώρα όμως εντός του ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν πολλοί (ειδικά στελέχη του) που ασχολούνται με την διατήρηση του αριστερού χαρακτήρα του κόμματος και την διατήρηση των εσωκομματικών ισορροπιών. Οι εσωκομματικές εκλογές που διεξάγονται αυτή την ώρα, προκαλούν εντάσεις, κυρίως λόγω των εγγραφών νέων μελών. Η τάση των λεγόμενων «53», που ως ένα βαθμό είναι εσωκομματική αντιπολίτευση, διαφωνεί σε πολλές περιπτώσεις, καταγγέλλοντας παράτυπες εγγραφές μελών. Η προσπάθειά τους αφορά και πάλι στην (μη) διεύρυνση του κόμματος. Με τον φόβο ότι η υπερβολική διεύρυνση θα αλλάξει τις ισορροπίες και έτσι δεν θα έχουν λόγο στις εξελίξεις.
Την ώρα λοιπόν που το 32% (και όχι μόνο) ζητά από τον ΣΥΡΙΖΑ να ασχοληθεί με την αντιπολιτευτική μάχη, στελέχη και μέλη του ΣΥΡΙΖΑ ασχολούνται πρωτίστως με τις εσωκομματικές ισορροπίες με το βλέμμα στραμμένο στο… συνέδριο που δεν ξέρει κανείς πότε θα γίνει λόγω κορωνοϊού.
Από την διαμαρτυρία στην εξουσία
Τα όσα συμβαίνουν στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, είναι μάλλον και ένας από τους λόγους που τα ποσοστά του στις δημοσκοπήσεις είναι μικρότερα από το εκλογικό αποτέλεσμα και κυρίως μακριά από τα ποσοστά της ΝΔ. Δεν είναι όμως εκτός λογικής.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το κόμμα που έχει διανύσει τα τελευταία 10 χρόνια την μεγαλύτερη πορεία εξέλιξης και επαναπροσδιορισμού. Το σοκ της μετεξέλιξης ήρθε το 2012, όπου ο ΣΥΡΙΖΑ από το 3% βρέθηκε στο 27% και ολοκληρώθηκε φυσικά στις εκλογές του 2015. Έτσι ένα κόμμα διαμαρτυρίας, με κάποιες ακτιβιστικές δυνατότητες, εξελίχθηκε σε ελάχιστο χρόνο, σε ένα κόμμα εξουσίας. Το οποίο κατάφερε να διοικήσει τη χώρα σε συνθήκες χρεοκοπίας και αποσύνθεσης, διατηρώντας κοινωνικές ισορροπίες (ώστε να μην διαλυθεί η χώρα) και σταθεροποιώντας και τα οικονομικά του κράτους. Στο τέλος μάλιστα, κατάφερε να διατηρήσει το 80% και πλέον, των εκλογικών του δυνάμεων.
Το επόμενο βήμα είναι σίγουρα κρίσιμο. Γιατί αυτό που ουσιαστικά έχει τεθεί σε διαπραγμάτευση, αφορά τον χαρακτήρα αυτού του κόμματος. Αν θα σταθεροποιηθεί ως κόμμα εξουσίας ή αν θα επιστρέψει στον χαρακτήρα της διαμαρτυρίας, μιας αντιπολιτευτικής δύναμης που θα έχει δευτερεύοντα ρόλο στην διαμόρφωση της πορείας της χώρας.
Στην πρώτη γραμμή της αντιπαράθεσης προβάλλεται (ιδίως από τους εσωκομματικούς επικριτές του Αλέξη Τσίπρα) ο ιδεολογικός χαρακτήρας. Αν δηλαδή θα διατηρηθεί ο αριστερός χαρακτήρας και προσανατολισμός ή αν θα γύρει το κόμμα προς την αριστερή σοσιαλδημοκρατία ή τον δημοκρατικό σοσιαλισμό. Όποιος υποστηρίξει ότι το θέμα αυτό δεν θα επιλυθεί με θεωρητικές αναμετρήσεις, επικρίνεται σκληρά από τους υπερμάχους της διατήρησης του αριστερού χαρακτήρα. Όμως η πραγματικότητα από το 2012 έως το 2019, έδειξε ότι και το θέμα αυτό θα κριθεί στην πράξη. Πρωτίστως ο ΣΥΡΙΖΑ καλείται και πάλι να ανταποκριθεί στις ανάγκες της κοινωνίας και του ελληνικού κράτους. Αποδεικνύοντας ότι μπορεί να καθορίζει τις εξελίξεις. Αν σε αυτό αποτύχει, όλα τα υπόλοιπα είναι μικρής ή άνευ σημασίας.
Η ψευδαίσθηση του… κόμματος
Η μάχη για το Κόμμα, τον χαρακτήρα του και την διοίκηση του, είναι μια μάχη από τα παλιά, που δεν μπορεί να εξασφαλίσει πλέον τον ρόλο του πολιτικού οργανισμού. Πέρα από το ΚΚΕ που διατηρεί με νύχια και με δόντια ένα κλειστό σύστημα διοίκησης, ο κομματικός μηχανισμός του ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε μια ημιθανή κατάσταση. Η ΝΔ όπως και το ΚΙΝΑΛ λειτουργούν εδώ και χρόνια, ως κέντρα Δικτύων και όχι ως κόμματα. Και ας γράφει η λεζάντα «κόμμα». Φαίνεται αυτό περίτρανα με την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Η κυβερνητική παράταξη είναι συνασπισμός δικτύων πολλών και διαφορετικών επιπέδων, κυρίως πελατειακών. Η παράταξη «αγοράζει» ιδεολογία, «αγοράζει» πολιτικές, από think tanks, από Πανεπιστήμια, από ερευνητικά κέντρα, από εταιρίες συμβούλων, από τραπεζικά ιδρύματα, από εταιρίες παραγωγής κ.λπ., κ.λπ. Το ίδιο γίνεται σε όλο τον δυτικό κόσμο.
Και για τα Αριστερά Κόμματα, η εποχή, όπου 10 φωτισμένοι διανοούμενοι, μερικές εκατοντάδες συνδικαλιστές και πολιτικά στελέχη, μπορούσαν να παράξουν πολιτικές έχει παρέλθει.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, η Αριστερά στην Ελλάδα, δεν έχει δίκτυα, έχει ισχυρό έλλειμμα στην αλληλεπίδραση με κοινωνικές, συνδικαλιστικές, επαγγελματικές οργανώσεις. Και αυτό σε μια εποχή όπου και τα κοινωνικά δίκτυα στην Ελλάδα είναι απαξιωμένα, με απαρχαιωμένες αντιλήψεις και δυνατότητες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ αδυνατεί να αρθρώσει λόγο για τον ρόλο που πρέπει και μπορούν πλέον να διαδραματίσουν τα κοινωνικά δίκτυα. Η επίκληση του αγώνα, της διαδήλωσης, των δικαιωμάτων, δεν μπορεί από μόνη της, να διαμορφώσει τις εξελίξεις. Ο ακτιβισμός σε θέματα δικαιωμάτων από μόνος του δεν παράγει πολιτική. Έχει περιορισμένη εμβέλεια. Ορισμένα στελέχη μάλιστα εμφανίζονται υπερδραστήρια σε επιμέρους ζητήματα, με αποτέλεσμα να δημιουργούν και τάσεις απομάκρυνσης οπαδών από τον ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι ζουν υπό την βάσανο της άδειας τσέπης και των υπερβολικών χρεών. Ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει να μην μπορεί να βάλει φρένο στις αρνητικές για την κοινωνία «πραγματικότητες» και πολύ περισσότερο να βάλει την σφραγίδα του στις εξελίξεις.
Η επίκληση του αριστερού χαρακτήρα και πάλι από μόνη της δεν οδηγεί σε αποτελέσματα. Η έχεις θέσεις και λύσεις ή δεν έχεις. Η μπορεί και η Αριστερά να «αγοράσει» πολιτικές εκεί που διαμορφώνονται για να τις μετεξελίξει, ή αλλιώς συζητά ασκόπως.
Το θέμα λοιπόν για τον ΣΥΡΙΖA δεν είναι ποιος θα ελέγξει το υπάρχον κόμμα (που ως μηχανισμός παραπατά) αλλά ποιος μπορεί να διαμορφώσει εκ νέου μηχανισμό, παράταξη, κέντρο δικτύων κ.λπ. Δίνοντας του και τον χαρακτήρα που επιλέγει.
Ο Αλέξης Τσίπρας δείχνει να το έχει αντιληφθεί. Γι’ αυτό και η αγωνία του αφορά τις εξελίξεις στην οικονομία και στα ελληνοτουρκικά, θέματα που διαμορφώσουν κοινωνικές εντάσεις αλλά και θα επαναπροσδιορίσουν τις κοινωνικές δυνάμεις. Αντιθέτως σειρά στελεχών (με πορεία μάλιστα στην πολιτική και στην Αριστερά) δείχνουν να αντιλαμβάνονται τις εξελίξεις μέσα από την δική τους θέση στις εσωκομματικές ισορροπίες. Στάση αδιέξοδη η οποία προκαλεί εντυπώσεις αν όχι πραγματικότητα, εσωστρέφειας.