Του Σπύρου Σουρμελίδη από την Κυριακάτικη Kontranews
Λεφτά δεν υπάρχουν. Το είπε ο Άδωνις Γεωργιάδης, το είπε ο Άκης Σκέρτσος, το είπε και ο Θόδωρος Σκυλακάκης. Οι δηλώσεις δεν αντέχουν σε πολλές ερμηνείες. Πέρα απο τα λόγια υπάρχουν και οι πρώτες ενδείξεις (καθυστερήσεις πληρωμών).
Η δεύτερη επέτειος από την μεγάλη νίκη της ΝΔ, δεν φέρνει ενθουσιασμό. Αντιθέτως φέρνει σκεπτικισμό και φόβο.
Και όμως.
Βρήκαν γεμάτα ταμεία, με 37 δισ. ευρώ.
Βρήκαν ρυθμισμένο χρέος, άρα ένα διάδρομο υπέρ της δεκαετίας χωρίς υπερβολικά βάρη.
Είχαν την δυνατότητα να δανειστούν χωρίς περιορισμούς, κάτι που το έκαναν δανειζόμενοι περί τα 40 δισ. ευρώ, με πολύ ευνοϊκές προϋποθέσεις. Πρωτίστως γιατί είχαν ταμείο, εγγυήσεις για την κάλυψη υποχρεώσεων και ρυθμισμένο χρέος. Άρα μπορούσαν να αξιοποιήσουν την διεθνή καλύτερη συγκυρία.
Είχαν άρση περιορισμών, λόγω της πανδημίας. Δεν ήταν υποχρεωμένοι να εφαρμόζουν μέτρα δημοσιονομικής πειθαρχίας. Είχαν άρση του συμφώνου σταθερότητας.
Έχουν μπροστά τους ροή χρήματος από τα ευρωπαϊκά κονδύλια. Περί τα 32 δισ. ευρώ λόγω πανδημίας και άλλα τόσα από ΕΣΠΑ.
Και όμως δηλώνουν ότι δεν θα τα καταφέρουν; Δηλώνουν ότι η «κληρονομιά» φαγώθηκε και ότι δεν αντέχει;
Δηλώνουν ανίκανοι να διαχειριστούν την κατάσταση.
Μόλις δύο χρόνια από την 7η Ιουλίου του 2019
Κανείς δεν υποστηρίζει ότι τα πάντα είναι ρόδινα. Αντιθέτως σε μια υπερχρεωμένη χώρα ήρθε και η πανδημία για να δημιουργήσει νέους κινδύνους και προβλήματα. Όμως η πανδημία έφερε και δυνατότητες μιας διαφορετικής διαχείρισης. Πρωτίστως έφερε άρση μέτρων δημοσιονομικής πειθαρχίας. Και έφερε 32 δισ. από το πουθενά λόγω της πανδημίας.
Άρα αυτό που περιμένει κανείς, από μια κυβέρνηση με κοινοβουλευτική άνεση και ενθουσιασμό στους κόλπους της, είναι να διαχειριστεί την κατάσταση με ψυχραιμία και να μπορεί να σκεφτεί τι θα γίνει στο αμέσως επόμενο διάστημα. Και όχι να δηλώνει τόσο εύκολα τον φόβο της ότι δεν υπάρχουν πλέον δυνατότητες.
Οι δηλώσεις των Γεωργιάδη, Σκέρτσου και Σκυλακάκη υποτίθεται ότι μιλάνε για τον ενδεχόμενο μελλοντικό κίνδυνο, αν η πανδημία επανακάμψει (4ο κύμα) και αναγκαστούμε να πάμε σε νέα lockdown. Ο υπουργός Ανάπτυξης Αδ. Γεωργιάδης είπε ότι «αν έρθει πανδημία τον χειμώνα τελειώσαμε».
Η δήλωση δημιούργησε θόρυβο εντός και εκτός κυβέρνησης για να έρθει ο καθ’ ύλην αρμόδιος για τα οικονομικά και το ταμείο του κράτους, αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θ. Σκυλακάκης, να διαβεβαιώσει ότι η ελληνική οικονομία αντέχει. Διευκρινίζοντας οτι «δημοσιονομικά, η επόμενη ημέρα έχει ένα πολύ απλό κανόνα: θα έχουμε και θα δαπανούμε έσοδα στον βαθμό που θα αυξάνουμε την παραγωγικότητα, την παραγωγή, τις επενδύσεις και θα προωθούμε μεταρρυθμίσεις».
Όμως και ο Θ. Σκυλακάκης όταν ρωτήθηκε αν υπάρχουν λεφτά στην περίπτωση του 4ου κύματος της πανδημίας απέφυγε να απαντήσει λέγοντας ότι «δεν θα μπω στη συζήτηση του πόσα λεφτά υπάρχουν είναι προφανές ότι θα είναι βαριά περιπέτεια το να μπει η οικονομία σε μια τέτοια υπόθεση».
Ήρθε και ο Άκης Σκέρτσος, δεξί χέρι του πρωθυπουργού, να δηλώσει ότι «λεφτά προφανώς δεν τρέχουν από τις τσέπες μας, έχουμε δώσει 41 δισ. ευρώ το τελευταίο 14μηνο».
Όλες αυτές οι δηλώσεις έγιναν για να πειστεί η πλειοψηφία να πάει να εμβολιαστεί. Το αποτέλεσμα όχι μόνο δεν είναι ενθαρρυντικό σε ό,τι αφορά την πανδημία, αλλά προκαλεί συγκράτηση και επιφυλάξεις για να μην πούμε φόβο στην αγορά. Γιατί όλοι αυτοί που περίμεναν από την κυβέρνηση να φέρει την ανάπτυξη είναι οι πρώτοι που θα κοιτάξουν να σωθούν από αυτό που η κυβέρνηση αφήνει να εννοηθεί ότι έρχεται.
Οι ενδείξεις και το μεσοπρόθεσμο
Πέρα από τα λόγια όμως, έχουμε τις πρώτες ενδείξεις. Έχουμε την καθυστέρηση στην καταβολή των αναδρομικών σε συνταξιούχους πουν πήγαν ένα μήνα πίσω, έχουμε τις καθυστερήσεις καταβολής των 534 ευρώ (από τον Μάιο) σε εργαζομένους που είναι υποχρεωτικά σε καθεστώς αναστολής. Έχουμε και καθυστερήσεις σε διάφορους φορείς και οργανισμούς, που δείχνει δυσκολία ταμειακή.
Και έχουμε τα σοβαρότερα. Είναι η εξαγγελία για την ακύρωση των φοροελαφρύνσεων (π.χ. της προκαταβολής φόρου 100%), η επιστροφή στο καθεστώς της δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα που παρουσίασε η κυβέρνηση, περιγράφει ακριβώς το τι θα κάνει η κυβέρνηση. Καταργούνται τα μέτρα ενίσχυσης, η μείωση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, οι μειώσεις ΦΠΑ σε συγκεκριμένες υπηρεσίες, οι αποζημιώσεις ειδικού σκοπού και πολλά ακόμη.
Το κυβερνητικό πρόγραμμα δείχνει ότι πρέπει από την ύφεση του 8% σήμερα να πάμε το 2023 στο πλεόνασμα +2%. Αυτό σημαίνει τουλάχιστον 16 δισ. ευρώ. Πώς θα καλυφθεί αυτή η διαφορά αν σήμερα εκφράζονται φόβοι για τον Σεπτέμβριο;
Οι κυβερνητικές επιλογές και οι δικαιολογίες
Όλα αυτά συμβαίνουν όμως σε ένα εξαιρετικά δύσκολο περιβάλλον. Τα πάντα ακριβαίνουν, πρωτίστως τα καύσιμα, ακολούθως η ενέργεια, τα τιμολόγια της ΔΕΗ, του φυσικού αερίου κ.λπ., τα τρόφιμα, οι μεταφορές κ.λπ., κ.λπ.
Η ακρίβεια τρώει τα ελάχιστα που έχουν τα νοικοκυριά και βγάζει εκτός κάθε προγραμματισμού και δυνατοτήτων τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Όλα αυτά όμως, δεν δικαιολογούν την κυβέρνηση. Γιατί από την αρχή της πανδημίας φάνηκε πως βρισκόμαστε σε μία εντελώς διαφορετική πραγματικότητα.
Η Ελλάδα, η ελληνική οικονομία και η κοινωνία, έχουν να αντιμετωπίσουν μία ακόμη κρίση μετά από την χρεοκοπία.
Η κοινωνία είναι κοινωνία νεόπτωχων όχι νεόπλουτων που επιζητά περισσότερες αποδόσεις από τις επενδύσεις κάθε είδους, που σκέφτεται τον περαιτέρω πλουτισμό. Αυτή η πολυτέλεια υπάρχει μόνο για ένα μικρό μέρος της κοινωνίας.
Η μεγάλη πλειοψηφία χρειάζεται προστασία. Άρα διευκόλυνση για τα χρέη, κουρέματα και ρυθμίσεις.
Χρειάζεται κοινωνικό κράτος, και μέσω αυτού ευνοϊκότερη αναδιανομή πλούτου.
Χρειάζεται ρευστότητα (αύξηση μισθών) γιατί ο εργαζόμενος της κάθε εταιρίες είναι ο πελάτης της απέναντι. Χρειάζεται αύξηση τζίρων και όχι περιστολή και υπερεργασία.
Η κυβέρνηση όρμησε με τα απωθημένα κάποιων επιχειρηματικών και πολιτικών ελίτ από από το 1996-2004: Λιγότερο κράτος, κόψιμο συντάξεων, ιδιωτικοποίηση όλων, μείωση μισθών και τα λεφτά στους λίγους για να έρθουν οι… επενδύσεις.
Η πανδημία απλώς επιτάχυνε και δυσκόλεψε τις πραγματικότητες. Κάτι που η κυβέρνηση τώρα αντιλαμβάνεται.
Αντί να ξανασκεφτεί τις επιλογές της, έντρομη προσπαθεί να περικόψει τα πάντα δημιουργώντας ακόμη μεγαλύτερη ασφυξία στην οικονομία.
Θέλει να κόψει δαπάνες απο τα ΑΕΙ γρήγορα (γι αυτό και ο περιορισμός εισακτέων και μετά τμημάτων), να περικόψει κοινωνικές δαπάνες, και να πουλήσει γρήγορα δημοσίως παρεχόμενα αγαθά, ακόμη και το νερό.
Και φυσικά θεωρεί οτι πρέπει δώσει σε ιδιώτες τις ασφαλιστικές εισφορές χιλιάδων νέων ανθρώπων, αφαιρώντας έσοδα από τα ασφαλιστικά ταμεία.
Επιβαρύνοντας και τον προυπολογισμό με 2,5 δισ. ευρω ετησίως λόγω του κόστους μετάβασης από το ένα σύστημα στο άλλο.
Μέσα σε δύο χρόνια η κυβέρνηση καταφέρνει να βρίσκεται ηδη μπροστά σε αδιέξοδα.