Στη σημερινή συνεδρίαση του EuroWorking Group αναμένεται να ληφθεί η απόφαση για την επιστροφή των επικεφαλής των δανειστών στην Αθήνα την ίδια ώρα που οι δηλώσεις Μέρκελ από το Βερολίνο και Σόιμπλε από τη Σαγκάη δημιουργούν προσδοκίες ηπιότερης αντιμετώπισης του ελληνικού ζητήματος, στο πλαίσιο της αξιολόγησης εξαιτίας των παράλληλων μεγάλων πιέσεων που απορρέουν από το προσφυγικό.
Αρμόδιες κυβερνητικές πηγές επιβεβαιώνουν τη σύγκλιση μεταξύ της ελληνικής πλευράς και των ευρωπαίων στα κρίσιμα θέματα της διαπραγμάτευσης όπως το ασφαλιστικό και το δημοσιονομικό κενό ενώ το ΔΝΤ εξακολουθεί να διαφοροποιείται αποτελώντας αυτή τη στιγμή το μεγάλο αγκάθι για την ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης, τόσο σε ό,τι αφορά το ύψος των μέτρων που ζητά να επιβληθούν ως το 2018 όσο και στις προβλέψεις του για την πορεία των οικονομικών μεγεθών (ρυθμός ανάπτυξης και έλλειμμα).
Στη σημερινή συνεδρίαση κρίσιμη αναμένεται να είναι η στάση της Γερμανίας ενώ για πρώτη φορά το Σαββατοκύριακο στο πλαίσιο της συνόδου των υπουργών Οικονομικών των 20 μεγαλύτερων χωρών του κόσμου (G20) o γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αναγνώρισε το μεγάλο οικονομικό βάρος που καλείται να σηκώσει ταυτόχρονα η Ελλάδα από την αξιολόγηση και το προσφυγικό.
Στόχος της ελληνικής κυβέρνησης είναι η επιστροφή των Θεσμών το συντομότερο δυνατό προκειμένου να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση και να υπάρξει ένα θετικό σήμα στις αγορές για την πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Νωρίτερα βέβαια, το Der Spiegel με δημοσίευμά του έκρουε κώδωνα δυσκολιών στην εξυπηρέτηση του ελληνικού χρέους από τον Μάρτιο, ενώ ο Γερούν Ντάισελμπλουμ δήλωνε ότι προσφυγικό και αξιολόγηση δεν συνδέονται, δίνοντας και ένα στίγμα ευρωπαϊκής δυσαρέσκειας (με δηλώσεις του στο ΒΗΜΑ) για το άρθρο Τόμσεν και τα μέτρα ύψους 4%-5% του ΑΕΠ.
Στο τεχνικό σκέλος της διαπραγμάτευσης, πέραν των πολιτικών προεκτάσεών της, οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η ελληνική κυβέρνηση και το ευρωπαϊκό μέτωπο των δανειστών έχουν βρεθεί πολύ κοντά αναφορικά με το δημοσιονομικό κενό.
Στις διαπραγματεύσεις της περασμένης εβδομάδας στην Αθήνα, κατέστη δυνατό να υπάρξει μια -σχεδόν- κοινή συνισταμένη σε κενό της τάξεως του 1,8% του ΑΕΠ για την ερχόμενη διετία. Το υπουργείο Οικονομικών βάζει τον πήχη στο 1,7% του ΑΕΠ και χωρίς η απόσταση του 0,1% που χωρίζει τις δύο πλευρές να θεωρείται αμελητέα, είναι σαφές ότι μπορεί να γεφυρωθεί πολύ πιο εύκολα σε σχέση με την αντίστοιχη με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην παρούσα φάση, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν μετέχει στο τρίτο ελληνικό πρόγραμμα με χρηματοδότηση αλλά συνεχίζει να διατηρεί ενεργό ρόλο στην αξιολόγηση. Για την ελληνική κυβέρνηση, δεν αποτελεί μυστικό ότι θα προτιμούσε το Ταμείο να διατηρήσει ένα ρόλο τεχνικού συμβούλου, χωρίς νέα χρηματοδότηση, η οποία θα επέβαλε και την υπογραφή ενός νέου, ξεχωριστού Μνημονίου (όπως συνέβη και στα δύο προηγούμενα Μνημόνια), παρεμφερούς με το ευρωπαϊκό…
Υπάρχει ακόμη απόσταση στο ασφαλιστικό
Αντιθέτως, στο ασφαλιστικό η απόσταση που χωρίζει κυβέρνηση και δανειστές είναι σημαντική.
Δεν είναι τυχαία η τοποθέτηση του υπουργού Εργασίας Γιώργου Κατρούγκαλου, κατά την ομιλία του στο πρώτο Οικονομικό Forum των Δελφών, κατά την οποία αναφέρθηκε σε άδικες συγκρίσεις και λάθος υπολογισμούς, αφήνοντας αιχμές για πιέσεις.
«Δεν είναι το ακριβότερο κράτος πρόνοιας αυτό που έχουμε στην Ελλάδα σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη κι αυτό είναι κάτι σημαντικό, που διαφεύγει από σοβαρούς αναλυτές, όπως η Κριστίν Λανγκάρντ», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Κατρούγκαλος.
Στο περιθώριο του forum, υψηλόβαθμο κυβερνητικό στέλεχος που γνωρίζει την πορεία των διαπραγματεύσεων, πίσω από την ανωνυμία του, ήταν ακόμη πιο ξεκάθαρο. «Το πρόβλημα είναι ότι δεν θέλουμε το ΔΝΤ. Κανείς δεν το θέλει. Ούτε το ίδιο θέλει να συμμετέχει. Μόνο η Γερμανία το θέλει στο πρόγραμμα. Και αναζητούμε λύση, ώστε να παραμείνει τεχνικός σύμβουλος»…
Προετοιμασία για μάχη
Ειδικά στο υπουργείο Εργασίας, προετοιμάζονται για σκληρή μάχη, καθώς γνωρίζουν ότι τα μεγάλα ζητήματα, όπως η τύχη των ήδη καταβαλλόμενων κύριων συντάξεων, το ύψος της Εθνικής Σύνταξης και ο βαθμός αναδιανομής του νέου συστήματος υπέρ των αδυνάμων, παραμένουν άλυτα.
Οι διαφορές που χωρίζουν τις δύο ή και τις τρεις πλευρές σε ορισμένα θέματα είναι μεγάλες. Είναι ενδεικτική η δήλωση του επικεφαλής του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ που, ενώ εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για τις απόψεις του εκπροσώπου του ΔΝΤ Πολ Τόμσεν στο προσωπικό του blog, επεσήμανε αναφορικά με το ασφαλιστικό ότι «η κυβέρνηση έχει καταθέσει μια σοβαρή πρόταση, η οποία φαίνεται να είναι βιώσιμη μακροπρόθεσμα, όμως τα επόμενα τρία χρόνια, μεταξύ 2016-2018, υπάρχουν δημοσιονομικά κενά, καθώς οι συνταξιοδοτικές δαπάνες πρέπει να συνεχίσουν να καλύπτονται από τον προϋπολογισμό».
Επιδίωξη της κυβέρνησης είναι να αποσυνδέσει τη συζήτηση του ασφαλιστικού από αυτήν για το δημοσιονομικό κενό, κάτι που σύμφωνα με πληροφορίες απορρίφθηκε από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Συνεπώς, το υπουργείο Εργασίας θα προσπαθήσει να προχωρήσει στις αναγκαίες υποχωρήσεις που θα ανοίξουν τον δρόμο επιστροφής των επικεφαλής του κουαρτέτου των δανειστών στο τραπέζι του διαλόγου.
Οι ενστάσεις
Την ίδια στιγμή, οι θεσμοί εγείρουν συνεχώς θέματα, απορρίπτουν και την επιβολή χαμηλότερης εισφοράς (16%) στους αγρότες και ζητούν διασφαλίσεις τόσο για τη νομιμότητα των προωθούμενων αλλαγών ώστε να μην υπάρξουν άλλες ακυρωτικές αποφάσεις από τα ανώτατα δικαστήρια της Ελλάδας, όσο και για το «στοκ» των 330.000 συντάξεων που προκαλούν κρυφό έλλειμμα άνω των 3,7 δισ. ευρώ.
Παράλληλα, κρατούν κλειστά τα χαρτιά τους για μια σειρά θεμάτων, στα οποία η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας εμφανίζεται διατεθειμένη να κάνει υποχωρήσεις. Αυτά αφορούν στη μείωση των ήδη καταβαλλόμενων επικουρικών, τη μείωση των ανώτατων συντάξεων μέσω μείωσης του πλαφόν και βέβαια τις προεξοφλημένες περικοπές σε εφάπαξ και μερίσματα.
Τα ποσοστά αναπλήρωσης
Στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης πάντως, δεν αποκλείεται να υπάρξουν αλλαγές και στα προβλεπόμενα ποσοστά αναπλήρωσης, προκειμένου να… ικανοποιηθούν εν μέρει οι θεσμοί που ζητούν μεγαλύτερη ανταποδοτικότητα στη σχέση εισφορών – παροχών.
Σύμφωνα με πληροφορίες, τα νέα ποσοστά θα ξεκινούν από το 0,7% για τα πρώτα 15 έτη ασφάλισης και θα καταλήγουν το πολύ στο 1,8% στα έτη ασφάλισης πάνω από 40, από 0,8% και έως 2% που προβλέπεται στο σχέδιο νόμου.
Η μελέτη που ήδη έχουν οι δανειστές στα χέρια τους δείχνει «τρύπα» της τάξης των 300 εκατ. ευρώ, εάν οι ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις υπολογιστούν με το νέο τρόπο, και ήδη ξαναβγαίνουν από το συρτάρι τα σενάρια μείωσης από 2% έως 20% (μεσοσταθμικά περίπου 7%) στις επικουρικές άνω των 170 ευρώ. Αν ο πήχης πέσει στα 150 ευρώ, οι μειώσεις θα ξεκινήσουν από 2% και θα ξεπεράσουν το 28%.